27.4.12

ΘΟΔΩΡΟΣ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ / 1935 - 2012 *


«…έπρεπε να σώσω τη μνήμη…»**

Ο ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ  ΠΟΥ ΚΑΤΑΦΕΡΕ ΝΑ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΕΙ
ΣΕ ΕΠΙΚΗ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΦΗΓΗΣΗ
ΤΗΝ ΠΟΛΥΣΗΜΑΝΤΗ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ
ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ,ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

φωτο. Josef  Koudelka / Aπό τα γυρίσματα της ταινίας "Το βλέμμα του Οδυσσέα" [1996]

Στην προβολή του «Βλέμματος του Οδυσσέα» ο Θόδωρος Αγγελόπουλος ήταν εδώ. Καλεσμένος της κινηματογραφικής λέσχης του Αγίου Νικολάου, στις 29.02.1996, συνομίλησε με το κοινό με το γνωστό του πάθος. Ξανάρθε το 2005, για την προβολή των 10 ταινιών που επέλεξε να προβληθούν σε ένα πολυθεματικό αφιέρωμα με εμβληματικές ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου. Ήταν τακτικός καλεσμένος σε προβολές στην Κρήτη. Τελευταία παρουσία του στο Ηράκλειο ,το 2009, μετά από πρόσκληση της νέας κινηματογραφικής λέσχης Ηρακλείου για την προβολή της ταινίας του «Η σκόνη του χρόνου».

Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ήταν ο δημιουργός που μας έδωσε τη δυνατότητα να δούμε τα πολιτικά πεπραγμένα του τόπου μας και του κόσμου με ένα διαφορετικό  τρόπο βασισμένο κυρίως σε μια οιονεί ποιητική και αναθεωρητική κινηματογραφική ανάγνωση. Δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσω τη συγκίνηση που νιώσαμε -φοιτητές τότε- όταν προβλήθηκαν οι «Κυνηγοί» το 1978. Κάποιοι έμειναν βουβοί και άλλοι χειροκροτούσαν μέσα στην αίθουσα την ώρα που οι κόκκινες σημαίες ενός χαμένου αγώνα κατέβαιναν σιωπηλά με τις σχεδίες πάνω στο ποτάμι. Η συγκεκριμένη σεκάνς, σημάδεψε οριστικά τη δική μου αντίληψη για τη δύναμη της κινηματογραφικής του γλώσσας και όταν μετά από χρόνια κατάφερα να δω μια μια όλες τις ταινίες του, ήταν πάντα εκείνη που στοίχειωνε ανεπανόρθωτα όλη την τοιχογραφία της αγγελοπουλικής αφήγησης.
Θ.Αγγελόπουλος / "Οι κυνηγοί" [1977]
Στη διάρκεια σαράντα χρόνων, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, δημιουργικός και αεικίνητος πάντα, συνέθεσε τμηματικά και μας πρόσφερε ένα τεράστιο κινηματογραφικό ψηφιδωτό, με μοναδικές παραστάσεις που εικονογράφησαν με συγκλονιστικό τρόπο το μεγάλο επικό ιστορικό τοπίο της ανεξάντλητης ανθρώπινης περιπέτειας. Ήταν Έλληνας και διεθνικός συνάμα. Είχε τις αφετηρίες του σε κάθε τι που αντιπροσώπευε την ιδιοπροσωπία του τόπου του, τις πολιτισμικές του καταστατικές στοιχειώσεις, τα σημαίνοντα της κουλτούρας του, τη σπαρακτική του διαδρομή στους δρόμους της Ιστορίας.  Παράλληλα αντλούσε τις αναφορές του από ένα κοσμοπολιτισμό που επέτρεπε στα ρεύματα της σκέψης που διατρέχουν τις οικουμενικές αγωνίες της ανθρώπινης συνθήκης να γονιμοποιούν με καίριο τρόπο όλες του τις προσλήψεις και να τις επανεκθέτουν μέσω μιας κινηματογραφικής διήγησης ανοικτής σε ωσμώσεις και επιρροές από όλα όσα έχουν αξία και δύναμη να παραμένουν στο χώρο της βαθιάς μας συνείδησης.

Δεν ξέρω προσωπικά πολλούς δημιουργούς, με μικρή εξαίρεση ίσως τον Κρις Μαρκέρ, τον Κεν Λοόυτς και τον Πατρίσιο Γκουσμάν, που να έχουν καταφέρει να μετασχηματίσουν σε κινηματογραφικό πλάνο -σε όλες τις κλίμακες- τις εντάσεις και τη βαθιά ποιητική συγκίνηση της ανθρώπινης στράτευσης στο ζωοποιό λόγο της αντίστασης και της επανάστασης. Χιλιάδες κριτικές και προσεγγίσεις προκλήθηκαν από το σπουδαίο αυτό κινηματογράφο, που έβλεπε τον κόσμο «εν σιωπή» πίσω από την κάμερα όπως έλεγε ο Ακίρα Κουροσάβα. Η ιστορία κάνει κύκλους, σαν σπιράλ έλεγε ο ίδιος, και κάθε φορά μας παρουσιάζεται με ένα διαφορετικό τρόπο.

O κινηματογράφος ποταμός του Θόδωρου Αγγελόπουλου, δεν αντιπροσωπεύει μόνο καλλιτεχνικές παραγωγές βασισμένες σε πρωτότυπες σεναριακές δομές και  σπουδαίους συντελεστές μιας άρτιας εικονοπλαστικής και τεχνικής επεξεργασίας. Δεν είναι μόνο η συνάντηση του λόγου ή της σιωπής με τις αισθήσεις και τις ανθρώπινες απαντοχές που κατοίκησαν τη φύση χτίζοντας το κοσμικό όραμα της εφήμερης παρουσίας του ανθρώπου. Αποτελεί μια ουσιαστική απόπειρα αφαιρετικής ανασύστασης του ιστορικού χρόνου που χάθηκε, επαναδιατύπωσης των ανθρώπινων προσδοκιών που διαψεύστηκαν, αποκατάστασης των συγκλονιστικών σπαραγμάτων της μνήμης τα οποία δεν κατάφερε να ρευστοποιήσει η σπουδή του βίου. Η Ιστορία είναι πάντα εκεί, ως ένα «θορυβώδες υπόβαθρο» που μοιάζει με συμπαντικό αχό (background noise**) και δεν αφήνει τη λήθη των νικητών και του χρόνου να επιβάλει τον έλεγχό της  στην οριστική συνείδηση των γεγονότων. Εκείνων που έγιναν, αυτών που συμβαίνουν και όλων εκείνων που μελλοντικά θα συμβούν.
Θ.Αγγελόπουλος / "Το λιβάδι που δακρύζει" [ 2004]
Στο κινηματογραφικό τοπίο του Αγγελόπουλου, η Ιστορία δεν έχει τακτοποιήσει οριστικά τις εκκρεμότητές της με την υπόθεση του δικαίου, γιατί στο βάθος ποτέ δεν υπήρξε το ευνοϊκό του πεδίο. Απομένει σε μας μέσα από την αφύπνιση που προκαλεί το κινηματογραφικό ερέθισμα να υποθέσουμε πότε θα διατυπωθεί η τελική ετυμηγορία και τα πορίσματα που τη συνοδεύουν. Τα επαναλαμβανόμενα «μελαγχολικά πλάνα» του σχεδόν περιμένουν την εισβολή μιας πυρετικής και παθιασμένης περιπλάνησης στις περιοχές του ανεκπλήρωτου. Άλλοτε της ουτοπίας που κυοφορήθηκε κάτω από τις κόκκινες σημαίες που ανέμιζαν αλλά ποτέ δεν διπλώθηκαν για να  παραδοθούν οριστικά στη λησμονιά και κάποτε της εκκωφαντικής σιωπής που κυριεύει τα πλάνα και τα βυθίζει σε ένα σχεδόν μεταφυσικό κυματισμό που περιμένει τη στιγμή που θα συντονιστεί με τον άρρητο κόσμο μιας ακραίας διανοητικής και συνάμα προσωπικής αποκάλυψης.

Θ.Αγγελόπουλος / "Τοπίο στην ομίχλη" [ 1988 ]
Ο Αγγελόπουλος δεν ταλαντεύθηκε ποτέ. Ήταν πάντα με την πλευρά που μπορούσε να ονειρεύεται τόπους, ικανούς να ανταποκριθούν στο ηθικό αίτημα ενός κόσμου με πολιτικά και πολιτισμικά προτάγματα ριζικά διαφορετικά από εκείνα που μας πρόσφερε η ιστορική εμπειρία του περασμένου αιώνα. Οι ταινίες του δεν περιέχουν μηνύματα, αλλά υποκαθιστούν διαρκώς τους κώδικες μιας μονοσήμαντης επικοινωνίας και των αισθητηριακών της προτύπων με την εκρηκτική μεταμόρφωση των κινούμενων αργοκίνητων πλάνων σε τόπους νοήματος, που διηγούνται με επικό τρόπο τα συμβολικά και ηθικά υπονοούμενα του ανεξερεύνητου ανθρώπινου σύμπαντος και των ιδεολογικών προσανατολισμών μιας διηνεκούς –αλλά αχρονικής- Αριστεράς ταυτισμένης απόλυτα με την ανθρώπινη ευαισθησία.

Η γλώσσα του κινηματογράφου συναντά όλες τις φυσικές και τις αισθητικές παραμέτρους του ανθρώπινου εποικοδομήματος και τις ανασυνθέτει μέσω μιας αέναης ποιητικής μεταστοιχείωσης σε  αργόσυρτα τράβελιγκ, εμμονικά ενσταντανέ της κάμερας σε επαρκή απόσταση από τα πρόσωπα- που εξακολουθούν πάντα να εκφέρουν τον ελλειπτικό τραγικό τους ρόλο-  και γοητευτικές σεκάνς βουτηγμένες στην παράφορη ποιητική των χρωμάτων του βάθους των πραγμάτων, που στοιχειώνουν τα βλέμματα και μας αφυπνίζουν με δραματικό τρόπο από την εσωτερική μας ραστώνη.

Θ.Αγγελόπουλος / "Το βλέμμα του Οδυσσέα " [1996]
Το όν και το επικείμενο, το πραγματικό και η προσδοκία, το προσωπικό δράμα και το συλλογικό όραμα, το αληθοφανές και το επίπλαστο, η ανάμειξη του φιξιόν και της τεκμηρίωσης, αθροίζονται με τρόπο σαρωτικό και ανασυνθέτουν ένα ενοποιημένο πεδίο όπου καθίστανται δυσδιάκριτα τα σημαινόμενα και τα σημαίνοντα, τα όρια της φυσικής και της φασματικής διήγησης, οι συμβάσεις του χρόνου, της Ιστορικής συνθήκης και της δυναμικής μνήμης, το σπαρακτικό προσωπικό εντέλει διακύβευμα της σωματικής και της διανοητικής μας συνθήκης, αφήνοντας ανοικτό το πεδίο για την  ανάδυση και την κυριαρχία της άδηλης οικουμενικής μας συνείδησης.

Αυτό που θέλω να πω
αστράφτει απρόσιτο…             

Μόνο οι παραπάνω δυο στίχοι δανεισμένοι από το νομπελίστα ποιητή του 2011, σουηδό Τόμας Τρανστρέμερ, επιτομή και αφιέρωση στο έργο του Θόδωρου Αγγελόπουλου, στον κινηματογράφο του που καθόρισε το βλέμμα μιας γενιάς, μας καθοδήγησε, μας έδωσε ιδέες και εμπνεύσεις, μας γοήτευσε με τις εικόνες και την εκκωφαντική σιωπή του, μας χαλύβδωσε και μας έδειξε πως το μόνο όπλο που μας απόμεινε είναι η Μνήμη…Και η Τέχνη και ο Έρωτας…


Odyss, 5.02.2012/27.04.2012


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

* Μικρή αναφορά -με αφορμή τη σημερινή μέρα γέννησης  [27.04.1935] του σκηνοθέτη- αφιερωμένη στη συνάντηση που γίνεται σήμερα στο Μουσείο Μπενάκη στην Αθήνα για να τιμηθεί η μνήμη του. 

* Η γνωστή φράση από το διάλογο στο υπόγειο της κινηματογραφικής λέσχης του Σεράγιεβο,
στην ταινία "Το βλέμμα του Οδυσσέα", του συντηρητή των φιλμ προς τον επισκέπτη του. 

15.4.12

RMS TITANIC _ 15.04.1912_IN MEMORIAM

Ο ΟΙΟΝΕΙ ΕΠΩΔΥΝΟΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ
ή Η ΘΥΕΛΛΑ ΤΗΣ  ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΠΡΟΟΔΟΥ

1517 άνθρωποι χάθηκαν για πάντα στον παγωμένο ατλαντικό ωκεανό, σαν σήμερα πριν από 100 ακριβώς χρόνια όταν βυθίστηκε ,μετά από πρόσκρουση σε παγόβουνο, το υπερωκεάνιο που επέβαιναν. Ταξίδευαν όλοι τους στο νέο κόσμο, επιβάτες του τραγικού «Τιτανικού», οι περισσότεροι με το όραμα μιας καλύτερης προσωπικής και κοινωνικής συνθήκης. Το κείμενο αυτό ας αποτελέσει μια ελάχιστη διανοητική κατάθεση στη μνήμη τους και μια επίκληση για την αιώνια ανάπαυσή τους.
Μια από τις τελευταίες -ίσως- φωτο. του Tιτανικού, στις 10.04.1912

Η κυριολεκτική και μεταφορική σύγκρουση του καινούριου με τη φυσική ιεραρχία που εκφράζει το ναυάγιο του R.M.S.TITANIC, υπήρξε ένα γεγονός που συντάραξε τον κόσμο στις αρχές του 20ου αιώνα, κατακτώντας ιστορικά και συμβολικά μια θέση αντίστοιχη με αυτή που είχε στις αρχές του επόμενου αιώνα, η καταστροφή των δίδυμων πύργων στη Νέα Υόρκη. Αυτό που αξίζει να παρατηρήσει κανείς είναι πως και τα δυο αυτά συμβάντα είχαν ως προορισμό το ένα και ως τόπο τους το άλλο,την οιονεί μητρόπολη του Κόσμου μας, τη Νέα Υόρκη. 

Ο 19ος αιώνας είχε μόλις κλείσει μια περίοδο με ισχυρές ανατροπές που έφερε στην παγκόσμια συνθήκη ένας καινοφανής καταμερισμός σε όλα τα πεδία, με τη δημιουργία των εθνικών κρατών, τη βιομηχανική επανάσταση, τις ρομαντικές αναβιώσεις στην τέχνη και την επιστημονική έκρηξη που προανάγγειλε το «θαυμαστό καινούριο κόσμο» του επόμενου αιώνα. Στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, όλες οι μεγάλες αφηγήσεις είχαν τεθεί σε τροχιά δυναμικού και ριζοσπαστικού μετασχηματισμού, και μόλις ανάτειλε ο 20ος αιώνας, λες και άρχισαν όλα ξαφνικά να μετασχηματίζονται και να αποκτούν μια ορμή που δεν επρόκειτο να ανακοπεί παρά μόνο από την άνοδο των ολοκληρωτισμών, την οικονομική κρίση του 1929 και βέβαια τους δυο παγκόσμιους πολέμους με αποκορύφωμα στο τέλος τον «ψυχρό» που άλλαξε τους διεθνείς συσχετισμούς  στο τέλος του 20ου αιώνα.

Ο ιμπρεσιονισμός είχε ήδη ρίξει το σπόρο και η "μελαγχολία" της μετάβασης στη νέα εποχή ήταν ευανάγνωστη σε όλες τις περιοχές της δημιουργικής έκφρασης, με το συμβολισμό, την αρ-νουβώ και τις διαρκείς και ρηξικέλευθες ριζοσπαστικές αναθεωρήσεις ενός μεγάλου κινήματος αμφισβήτησης που είχε αρχίσει να επιφέρει επαναστατικές αλλαγές στα εκφραστικά μέσα και στο περιεχόμενο των προτάσεων της αναδυόμενης εικαστικής και αρχιτεκτονικής πρωτοπορίας. Το 1907, ο Πάμπλο Πικάσο, με τις «Δεσποινίδες της Αβινιόν», προχωρεί σε μια βίαιη ρήξη όχι μόνο με τις καταστατικές αφετηρίες της καλλιτεχνικής γλώσσας και τον ακαδημαϊσμό  αλλά και με το ίδιο το περιεχόμενο των αναφορών και των συμβολισμών της. Η πρωτόγονη τέχνη της Αφρικής και των ανυποψίαστων από την τεχνολογική εξέλιξη δημιουργών της, αποτυπώνεται στον καμβά με βίαιο για τα δυτικά δεδομένα τρόπο, επιλέγοντας την πιο ακραία εικονοκλαστική και αιρετική γραφή, μιας διαθλαστικής, γωνιώδους και σχεδόν δισδιάστατης έκφρασης, που φαίνεται να δοξολογεί την ανθρώπινη μορφή αφού τη μετατρέψει σε «σωρό ερειπίων» και ανερμάτιστα σπαράγματα μιας τολμηρής και προκλητικής συνάμα γεωμετρίας. Η επεξεργασία δεν υποκύπτει σε δεσμεύσεις και ιστορικές αναφορές αλλά ξεσπά με αχαλίνωτη διάθεση και τα μεταμορφώνει όλα , εγκαθιστώντας με ιερόσυλο τρόπο μια νέα ζωγραφική αφήγηση με επαναστατικό προσανατολισμό και προχωρώντας στον οριστικό διαχωρισμό της θέσης της από την κυριαρχία των συντηρητικών και ακαδημαϊκών προτύπων.
Pablo Picasso, Oι δεσποινίδες της Αβινιόν,1907 [ΜΟΜΑ, Νέα Υόρκη]

Η Νέα Υόρκη,  η ταχέως  αναπτυσσόμενη αμερικάνικη μεγαλούπολη, παίρνοντας τα σκήπτρα από το Σικάγο και τις άλλες πόλεις, μετατρέπεται γοργά σε χώρο υποδοχής κυρίως ευρωπαίων μεταναστών. Εκεί μαζί με τα όνειρά τους για ένα καλύτερο αύριο, μεταφέρουν και μεγάλο μέρος από το δυναμισμό και την επιθυμία τους για πρόοδο συμβάλλοντας στη δημιουργία μιας οικουμενικής μητρόπολης που θα αναδειχτεί σταδιακά στη διάρκεια του νέου αιώνα, σε κέντρο τεχνολογικής υπεροχής και  πολεοδομικής ανάπτυξης και θα εκφράσει με τους ουρανοξύστες και την ταχύτητα που διακρίνει τους ρυθμούς της, την επιτομή της καινούριας εποχής που υπόσχεται γρήγορη και μοιρασμένη ευημερία στους περισσότερους κατοίκους της. O εμβληματικός πύργος Flatiron, είχε ήδη ολοκληρωθεί το 1902 από τον G.A.Fuller, το μηχανικό που έλυσε τα προβλήματα της κατασκευής των υψηλών κτιρίων και το νησί Ellis Island ήδη από το 1890, αποτελούσε σταθμό υποδοχής μεταναστών κατά την άφιξή τους στη μεγαλούπολη της Νέας Υόρκης που από 120 χιλ. το 1810 άγγιζε ήδη τα 5 εκατομμύρια.

Οι φουτουριστές με τον ποιητή F.Tarinetti στην Ιταλία αρχικά (Μιλάνο) είχαν κιόλας δημοσιεύσει το μαχητικό και ανατρεπτικό μανιφέστο τους που το 1909 πήρε διαστάσεις όταν δημοσιεύθηκε στη γαλλική εφημερίδα Le Figaro καθώς με προκλητικό τρόπο εξέφραζε όλες τις δυναμικές διασταυρώσεις των ρευμάτων της σκέψης και των ιδεών μιας εποχής που ανέτειλε ριζικά διαφορετική και έτοιμη για ρήξεις, μετασχηματισμούς και συγκρούσεις. Ανάμεσα στην υπόλοιπη επιθετική ρητορεία τους υπήρχαν και εκφράσεις όπως την παρακάτω:

"…Θα υμνήσουμε τα μεγάλη πλήθη τα συνεπαρμένα από την εργασία, την ηδονή και τα έκτροπα. Θα τραγουδήσουμε τις πολύχρωμες, πολυφωνικές παλίρροιες της επανάστασης στις μοντέρνες πρωτεύουσες. Θα τραγουδήσουμε τον δονούμενο νυχτερινό πυρετό των οπλοστασίων και των ναυπηγείων που αστράφτουν βίαια κάτω από τα ηλεκτρικά φεγγάρια. Τους άπληστους σιδηροδρομικούς σταθμούς που καταβροχθίζουν τις σερπαντίνες του καπνού. Τα εργοστάσια που κρέμονται απ’ τα σύννεφα με τις στραβές γραμμές του καπνού τους. Τις γέφυρες που δρασκελούν τους ποταμούς σαν γίγαντες αθλητές, σπινθηρίζοντας στον ήλιο με τη λάμψη του μαχαιριού. Τα περιπετειώδη ατμόπλοια που οσφραίνονται τον ορίζοντα. Τις βαθύστερνες μηχανές που οι τροχοί τους ψαύουν τις ράγες σαν οπλές τεράστιων χαλύβδινων αλόγων που έχουν χαλινό από σωλήνα. Και την κομψή πτήση των αεροπλάνων που οι έλικες τους πλαταγίζουν στον άνεμο σαν σημαίες και μοιάζουν με αλαλαγμούς ενθουσιασμού ενός πλήθους…"

Umberto Bozzioni, προσχέδια για το έργο του "Δυναμικές μορφές συνέχειας στο χώρο" [1913]
Περίπου στα μέσα του 18ου αιώνα (1840), οι υπερατλαντικοί πλόες με τα ατμόπλοια ήταν ήδη γεγονός. Στα τέλη του ίδιου αιώνα με την ανάπτυξη των υπερωκεανίων, η ποντοπόρα ναυτιλία έδωσε νέες δυνατότητες στις θαλάσσιες μετακινήσεις και ο πλους στην Αμερική αποτέλεσε τη μεγάλη μεταναστευτική πρόκληση στα όρια ενός μακρινού, ανεξερεύνητου και πολλά υποσχόμενου Κόσμου. Στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αι. η τεχνολογική εξέλιξη και οι συνεχείς επιστημονικές κατακτήσεις, επέτρεψαν να αναπτυχθεί ιδιαίτερα ο ναυπηγικός τομέας και η κατασκευή μεγάλων πλοίων που μπορούσαν με άνεση και ασφάλεια να εξυπηρετούν τις μετακινήσεις και ιδιαίτερα το ταξίδι από την Ευρώπη προς την Αμερική.

Στις αρχές του νέου αιώνα η ταχύτητα που εξυπηρετούσαν οι μηχανές, δεν αποτελούσε μόνο παράγοντα με πρακτικό αντίκρυσμα που περιόριζε αισθητά τον παραδοσιακά απαιτούμενο χρόνο των μετακινήσεων, σε ένα αναδυόμενο κόσμο επιτάχυνσης  των παραγωγικών ρυθμών και της έντασης αλλά και καθοριστική παράμετρο -όπως αναφέρθηκε και παραπάνω - για το σχηματισμό μιας νέας ιδεολογικής και κοινωνικής συνθήκης. Οι προτεραιότητες που έθετε σε κίνηση η συσσώρευση νέων εμπειριών σε όλα τα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας είχαν πολλαπλασιαστεί και η διαδικασία μιας νέας συσσώρευσης σε κάθε τομέα της παραγωγικής και της κοινωνικής πραγματικότητας ήταν πια φανερή.

Ο Κόσμος είχε αρχίσει να μετασχηματίζεται με δραματικό τρόπο. Τίποτα δεν παρέμενε πια ανέγγιχτο, όλες οι μεγάλες ιστορικές αφηγήσεις του δυτικού Πολιτισμού είχαν εξαντληθεί και οι ύστερες αναλαμπές των πρόσφατων ακόμη ρομαντικών αναβιώσεων που χαρακτήρισαν όλη τη διάρκεια του 19ου αι. δεν κατάφεραν να συγκρατήσουν την αχαλίνωτη επέλαση της προόδου και των μεγάλων αλλαγών που κυοφορούσε.  Ο διαφωτισμός, η γαλλική επανάσταση του 1789 και ο ξεσηκωμός πολλών υπόδουλων λαών στη διάρκεια του 19ου αι., προκάλεσε με τρόπο συστηματικό τη διαμόρφωση των νέων εθνικών σχηματισμών των κρατών, τη σταδιακή δημιουργία δημοκρατικών θεσμών και την άνοδο και την κυριαρχία μιας νέας ανερχόμενης και συνεχώς διευρυνόμενης αστικής παράδοσης που είχε την τάση να περιλαμβάνει στους κόλπους της, ευρύτατες κοινωνικές κατηγορίες και ομάδες του πληθυσμού που συμμετείχαν με ενεργό τρόπο στο νέο κοινωνικό και πολιτικό καταμερισμό.

Παράλληλα βέβαια μεγεθύνονταν και όλες οι στρεβλώσεις και τα αρνητικά χαρακτηριστικά ενός συστήματος που επικαλούμενο την ελεύθερη και χωρίς περιορισμούς ανάπτυξη κάθε οικονομικής δραστηριότητας, διαμόρφωνε με το δικό του καινοφανή τρόπο νέους ταξικούς διαχωρισμούς και επέβαλε μέσω της κυριαρχίας του μια νέα αλλοτρίωση των πολλών. Στα τέλη του 19ου αι., η «σχολή του Σικάγου» του Μίλτον Φρίντμαν, είχε ήδη καταφέρει να επιβληθεί απόλυτα στην αμερικάνικη οικονομική αντίληψη  που δεν είχε πια σχέση με τις προνεωτερικές εκμεταλλευτικές πρακτικές των φεουδαρχών και των κάθε λογής απολυταρχικών καθεστώτων της περιόδου της μοναρχίας, αλλά συνδυάζονταν με την ανάδειξη μιας νέας κυρίαρχης κατηγορίας που αντλούσε αποκλειστικά σχεδόν την ισχύ της από τη συγκέντρωση πόρων και Κεφαλαίου, που της επέτρεπε η νέα παραγωγική πραγματικότητα του ανερχόμενου συστήματος της αγοράς.  


Ο «Τιτανικός» (RMS TITANIC ή SS TITANIC), που γνώρισε πριν από 100 ακριβώς χρόνια την τραγική μοίρα της απόλυτης καταστροφής με 1517 νεκρούς επιβάτες ήταν ένα βρετανικό υπερωκεάνιο επιβατικό πλοίο, που ναυπηγήθηκε από τα ναυπηγεία Harland και Wolff, στο Μπέλφαστ, για την εταιρία "White Star Line". Τα αρχικά RMS (Royal Mail Steamer) σήμαιναν ότι το πλοίο αναλάμβανε τη μεταφορά ταχυδρομείου για τα Βασιλικά Ταχυδρομεία (Royal Mail) του Ηνωμένου Βασιλείου, όπως τα ελληνικά επιβατηγά πλοία τα λεγόμενα «ποστάλια». Ο Τιτανικός αποτελούσε στην εποχή του κυριολεκτικά ένα θαύμα της ναυπηγικής, ένα πρωτοποριακό τύπο πλωτής μηχανής. Ενσωμάτωνε πολλές καινοτομίες και πρωτοφανείς ανέσεις. Ανελκυστήρες για γρήγορη πρόσβαση στα διάφορα καταστρώματα, γυμναστήριο, πισίνα, ταχυδρομείο, χαμάμ (!) και υπέρμετρη πολυτέλεια. Ιδιαίτερα το σέρβις και το φαγητό που πρόσφερε σε επιβάτες της Α' θέσης ήταν πολύ πλουσιότερο και από τα αντίστοιχα των σύγχρονων ξενοδοχείων 5 αστέρων. Για πολλούς εκείνη την εποχή χαρακτηριζόταν ως το αβύθιστο πλοίο, και τούτο διότι ουσιαστικά ήταν δύο πλοία το ένα εντός του άλλου όπου το ενδιάμεσο κενό αποτελούσαν τα πρωτοποριακά για τότε «διπύθμενα» καθώς και πλευρικοί χώροι δεξαμενών.


O Tιτανικός κατά τη διάρκεια της ναυπήγησής του στο Μπέλφαστ 
Τον παρθενικό του πλου που ξεκίνησε στις 10.04.1912, ο Τιτανικός δεν επρόκειτο να τον ολοκληρώσει ποτέ. Η σύγκρουσή του με ένα τεράστιο παγόβουνο και μια σειρά από φυσικά φαινόμενα στην περιοχή που έπλεε, δεν επέτρεψαν να σπεύσουν σε βοήθεια την ώρα του ναυαγίου, ακόμη και πλοία που βρίσκονταν σε μικρή απόσταση. Η «απόλυτη» πλωτή μηχανή, με τις σπουδαίες δυνατότητες που της είχε κληροδοτήσει η τεχνολογία αιχμής εκείνη της περιόδου,  η πιο μεγάλη τότε σε μέγεθος κινούμενη ανθρώπινη κατασκευή, έκφραση όλων των αναζητήσεων και εμβληματική επιτομή της ταχύτητας και της έντασης μιας καινούριας εποχής που φαινόταν να αναδύεται στις αρχές του 20ου αι., έχασε τη μάχη με το υγρό στοιχείο και τους νόμους της φυσικής και παρέσυρε για πάντα στο βάθος του ωκεανού, τα σώματα και τις προσδοκίες 1517 ανθρώπινων υπάρξεων που ήθελαν καθεμιά με τον τρόπο της να κάνει το  μεγάλο πέρασμα στο νέο Κόσμο.

Διαβάζω πως ο Τιτανικός αποτέλεσε ένα μνημείο ίσως της ανθρώπινης ματαιοδοξίας και πως η καταστροφή του αποτελούσε το συμβολικό προανάκρουσμα της δραματικής εξέλιξης ενός ολόκληρου αιώνα. Πέρα από μεταφυσικές ερμηνείες και εύκολες και ανέξοδες αναλύσεις που έχουν την τάση να συνδέουν την ανθρώπινη δημιουργικότητα και την υπέρβαση των ορίων της με κάτι εξ ορισμού απαράβατο που μπορεί να αρθεί στο μέγεθος της ύβρης, θα σημείωνα πως η περίπτωση του Τιτανικού εξακολουθεί να συγκινεί ακόμη και σήμερα για δυο τρεις πιο απλούς και αυτονόητους λόγους. Ποτέ μέχρι τότε μια ναυτική τραγωδία δεν είχε τέτοια έκταση και μάλιστα σε μια εποχή που οι προσπάθειες του ανθρώπινου πολιτισμού είχαν θέσει με τόσο δραματικό τρόπο το αίτημα ενός μεγάλου μετασχηματισμού που ξεπερνούσε τις παγιωμένες εκφράσεις και τα νοηματικά περιεχόμενα της προνεωτερικής περιόδου. Η αυγή του 20ου αι. ήταν μια εποχή ρήξεων, αναθεωρήσεων και επαναδιατυπώσεων που δεν εξαιρούσε τίποτα από τα σημαίνοντα και τα σημαινόμενα της προηγούμενης ιστορικής περιόδου. Η ανθρώπινη απελευθέρωση, αποτέλεσμα της ανεξαρτησίας του ανθρώπου από τα δεσμά της ανάγκης και του φόβου, ήταν το βασικό χαρακτηριστικό που αναδύονταν με όλους τους δυνατούς τρόπους, προκαλώντας ένα ριζοσπαστικό αναβρασμό με αστείρευτες γονιμοποιές δυνάμεις.

Στο χώρο των ιδεών και της Τέχνης, στη λογοτεχνία και τη φιλοσοφική και πολιτική αναζήτηση, στους τομείς της επιστήμης, των ανακαλύψεων και των τεχνολογικών εφαρμογών, στη συγκρότηση των πολεοδομικών σχηματισμών και της αρχιτεκτονικής πρωτοπορίας, στις μετακινήσεις και τα μεγάλα ταξίδια, στην έφοδο στον ουρανό και την υπέρβαση των ορίων της ανθρώπινης κλίμακας, στην ανθρώπινη επαφή και τη γνωριμία με τους ανοικτούς ορίζοντες ενός ανεξερεύνητου Κόσμου, στο ξεκίνημα του νέου 20ου αιώνα φαινόταν να υπάρχουν μόνο τα εμπόδια που θα ξεπερνούσε με το ανοικτό του βλέμμα ο άνθρωπος της νέας εποχής. Αυτός είναι ο κεντρικός συμβολισμός που αναδύεται και σήμερα από το βάθος του Ατλαντικού, τη μέρα που το τραγικό ναυάγιο του Τιτανικού εντάσσεται στον κατάλογο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Το πλοίο που κοίτεται εκεί σιωπηλό και οι ψυχές των ανθρώπων που πήρε για πάντα εκείνη τη νύχτα μαζί του, θα εκφράζουν για πάντα με τον πιο αυτονόητο τρόπο την επιθυμία του ανθρώπου να ξεπεράσει τα όρια, να επιχειρήσει τη μετάβαση και το πέρασμα σε μια καλύτερη συνθήκη, να επαναδιατυπώσει και να μετασχηματίσει το προσωπικό του όραμα σε συλλογικό και ηθικό αίτημα ενός αξιοπρεπέστερου βίου και μιας ανώτερης συνθήκης της ύπαρξης.

Ο γερμανός φιλόσοφος Βάλτερ Μπένζαμιν σχολιάζοντας τον πίνακα Aνgelus Novus του Πωλ Κλέε έγραψε κάποτε ένα σπουδαίο κείμενο που θέλω να αναφέρω στο σημείο αυτό, γιατί θαρρώ πως τα λέει όλα με μοναδικό και ρηξικέλευθο τρόπο. «…Υπάρχει ένας πίνακας του Κλέε που ονομάζεται Angelus Novus. Δείχνει έναν άγγελο που φαίνεται σα να ετοιμάζεται να απομακρυνθεί από κάτι που κοιτάζει. Τα μάτια του είναι ορθάνοιχτα, το στόμα του χάσκει, τα φτερά του είναι τεντωμένα. Τέτοια όψη πρέπει να ’χει ο άγγελος της Ιστορίας. Εκεί όπου εμείς βλέπουμε μπροστά μας μια αλυσίδα συμβάντων, αυτός βλέπει μια και μόνη καταστροφή και ασταμάτητα σωρεύει ερείπια πάνω στα ερείπια και τα εκσφενδονίζει στα πόδια του. Θα ήθελε να χασομερήσει, να ξυπνήσει τους νεκρούς και να μαζέψει ό,τι έχει γκρεμιστεί. Αλλά μια θύελλα φυσά από τον παράδεισο κι έχει μπερδέψει τα φτερά του, ώστε ο άγγελος να μην μπορεί πια να τα κλείσει. Αυτή η θύελλα τον ωθεί αδιάκοπα προς το μέλλον, προς το οποίο γυρίζει την πλάτη του, ενώ ο σωρός των ερειπίων μπροστά του  υψώνεται ως τα ουράνια. Αυτό που ονομάζουμε πρόοδο είναι η θύελλα …»

Κατά την έννοια αυτή, μόνο το γνωστό τετράστιχο του ποιητή Χαίλντερλιν, γραμμένο το 1798, θαρρώ πως μπορεί να αποτελέσει τη λακωνικότερη αφιέρωση που προσωπικά μπορώ να κάνω εγώ σήμερα, στην εκατοστή επέτειο της μνήμης των 1517 επιβατών εκείνου του ταξιδιού και σε όσα θα εκφράζουν πάντα στην προσωπική μου συνείδηση.

ΤΟ ΑΣΥΧΩΡΕΤΟ*
Να λησμονήσης φίλους, να περιγελάσης τον τεχνίτη,
Και το βαθύτερο μυαλό να το περνάς μικρό και τιποτένιο,
Ο Θεός το συχωράει – μην ταράξεις μόνο
Ποτέ σου την ειρήνη των αγαπημένων.


*Μετάφραση Ζήσιμου Λορεντζάτου, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 2006