21.9.10

ΟΙ ΑΠΡΟΣΔΟΚΗΤΕΣ [μετα]ΦΥΣΙΚΕΣ ΣΥΝΑΨΕΙΣ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ

_Μια φωτογραφία του Fred Boissonas
  στον Άγιο Νικόλαο Kρήτης [1910-1911]
_Οι πίνακες ζωγραφικής του Giorgio de Chirico
  της ίδιας («μεταφυσικής» του ) περιόδου


εικ.1 / Άγιος Νικόλαος Κρήτης. Λιμάνι .1910-1911 / Φωτογρ.αρχείο Fred Boissonas
(Πηγή: Μουσείο Φωτογρ. Θεσσαλονίκης/ΜΦΘ)

Mια έκθεση φωτογραφίας σπάνιου αρχειακού υλικού[1] στη Δημοτική Πινακοθήκη Αγίου Νικολάου Κρήτης (25.08.2010-10.09.2010),έφερε στο φως ένα στιγμιότυπο των αρχών του 20ου αιώνα που τράβηξε ο σπουδαίος Eλβετός περιηγητής-φωτογράφος Fred Boissonas[2] στο λιμάνι της μικρής τότε πρωτεύουσας του νομού Λασιθίου και λειτούργησε αποκαλυπτικά στο [μετα]φυσικό σχεδόν συσχετισμό αυτής της σκόπευσης με τις εικονογραφικές προτιμήσεις της αντίστοιχης («μεταφυσικής») περιόδου ,του σπουδαίου Ιταλού και γεννημένου στο Βόλο το 1888, καταστατικού ζωγράφου της νεωτερικότητας, Giorgio de Chirico[3] και των απώτερων καλλιτεχνικών του επιρροών[4].

Η αναζήτηση, η στοιχειοθέτηση και ο σχολιασμός του εκθεσιακού υλικού έγινε με πρωτοβουλία και ευθύνη της ΚΔ΄ Εφορίας Κλασικών Αρχαιοτήτων, των αρχαιολόγων Βίλλης Αποστολάκου και Βάσως Ζωγραφάκη και της φιλολόγου και ιστορικού Μαρίας Σωρού και ο Πολιτιστικός Οργανισμός του Δήμου, ανταποκρίθηκε θετικά, εντάσσοντας την παρουσίαση στο εκθεσιακό πρόγραμμα της δημοτικής πινακοθήκης που έχει φιλοξενήσει μέχρι σήμερα τα τελευταία 8 χρόνια σημαντικό αριθμό εκθέσεων, που ξεπερνούν κατά πολύ την κλίμακα και τα γεγονότα που μπορεί να υποστηρίζει ένας μικρός δημογραφικά τόπος.

Η φωτογραφία της λιμενολεκάνης πριν από 100 χρόνια (α.α.20499 / αρχείο Fred Boissonas, του Μ.Φ.Θ.[5]), τεκμήριο της κατάστασής της κατά τη δεύτερη δεκαετία του 20ου αιώνα, είναι μια εικόνα που μου δημιούργησε ιδιαίτερη έλξη μόλις την είδα, καθώς ενσωματώνει ταυτόχρονα εικονογραφικά χαρακτηριστικά που συνταιριάζουν με παραθετικό τρόπο μια πολλαπλή αφήγηση του τόπου της περιόδου εκείνης και δεν καταγράφει βέβαια μόνο τις φυσικές παραμέτρους του χώρου και της ανθρωπογενούς του κατοίκησης και χρήσης αλλά συμπυκνώνει και το πνεύμα των αναζητήσεων μιας δύσκολης εποχής μετάβασης, τότε που η μεγαλόνησος μόλις είχε ενσωματωθεί στον κορμό της ελληνικής επικράτειας ,αποκτώντας έτσι και ιδεολογικό πρόσημο.

Απλά διώροφα κεραμοσκεπή λαϊκότροπα σπίτια του πρώιμου εικοστού αιώνα (ο αρχικός ιστός γύρω από το κτίσμα του σημερινού εμπορικού επιμελητηρίου), με αφαιρετική τυπολογική και μορφολογική οργάνωση, συγκροτούν το κτισμένο ανατολικό μέτωπο του λιμανιού του μικρού τότε διαμετακομιστικού και χαρουποεξαγωγικού[6] κέντρου της ανατολικής Κρήτης. Η περιορισμένη προκυμαία είναι στοιχειωδώς διαμορφωμένη για τις ανάγκες της πρόσδεσης των πλοίων και διακρίνεται ο χωμάτινος ακόμη δρόμος που καταλήγει εκεί. Στο κέντρο της σύνθεσης δεσπόζει το δίμετρο(;) σχεδόν άγαλμα μιας ακέφαλης γυναικείας μορφής[7] (κάποιας θεάς ίσως) καλυμμένο με εσθήτα που πέφτει δημιουργώντας πολλαπλές πτυχώσεις , ατενίζοντας αγέρωχο -έστω και χωρίς βλέμμα- το μακρινό ορίζοντα προς τα νησιά των Αγίων Πάντων και τον κόλπο του Μεραμπέλλου. Η ώρα είναι απογευματινή όπως μαρτυρεί η επιμηκυσμένη σκιά του αγάλματος και καθώς ξεμακραίνει και βυθίζεται μέσα στο ήρεμο θαλασσινό νερό που ορίζεται τριγωνικά στο κέντρο της προοπτικής της εικόνας ,αποπνέει μια διάθεση εύθραυστη, αμφίθυμη και σχεδόν μελαγχολική.

Είναι πολύ πιθανό η σύνθεση να υπήρξε προϊόν μιας συγκυριακής επιτηδευμένης σκηνογραφίας, καθώς σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε το άγαλμα αυτό είτε φυλάσσονταν στην παρακείμενη εκκλησία του Αγίου Αθανασίου είτε είχε βρεθεί πριν από λίγα χρόνια και είχε αφεθεί εκεί , μέχρι να μεταφερθεί πολύ αργότερα στο χώρο της αρχαιολογικής συλλογής της Νεάπολης όπου και βρίσκεται σήμερα[8]. Αυτό όμως δεν αφαιρεί τίποτα από τη γοητευτική διάσταση που παίρνει στο βλέμμα μας αυτή η εκπληκτική φωτογραφία που φαίνεται να αγωνιά να αποδείξει την ακατάλυτη συνέχεια μιας αρχαίας κληρονομιάς που μέσα από τα σπαράγματά της αναδεικνύει πιο πολύ την ανάγκη της επανασυγκρότησης του ίδιου του τόπου πάνω στα κυρίαρχα πρότυπα και το μέτρο που τον όριζε σε μια άλλη -γεμάτη κλέος- εποχή.

Μια Κρήτη και μια Ελλάδα στις αρχές του 20ου αιώνα που αγωνίζεται να υπηρετήσει με όλους τους τρόπους τη θέληση των ανθρώπων της για ζωή και αυτοδιάθεση, μετά από μια δύσκολη περίοδο επαναστάσεων και πολέμων που υποχρέωσαν τους κατακτητές Οθωμανούς να αποχωρήσουν και έδωσαν τη δυνατότητα στο νεοελληνικό κράτος να υπάρξει και να αναπτύξει με την ανεξαρτησία του, δημοκρατικούς θεσμούς. Αυτή ήταν η τεράστια προσπάθεια εκείνων των χρόνων και εικόνες όπως αυτή επιβεβαιώνουν με τον πιο άμεσο τρόπο το πνεύμα των ιδεών και των απόψεων γύρω από τις οποίες συγκροτήθηκε η αναδημιουργία του τόπου μετά από τη θλιβερή περιπέτεια μιας πολύχρονης ξένης κυριαρχίας.

Εκείνη την εποχή στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στα καλλιτεχνικά της κέντρα επικρατούσε ένας διαρκής δημιουργικός αναβρασμός. Ο ιμπρεσιονισμός[9] στα τέλη του 19ου αιώνα και ο συμβολισμός[10] που τον ακολούθησε μέχρι τις αρχές του 20ου και οι μετασχηματισμοί που επέφερε η βιομηχανική επανάσταση και η δημιουργία των μηχανών, τα μεγάλα υπερατλαντικά ταξίδια στο νέο κόσμο ,οι διαρκείς επιστημονικές ανακαλύψεις και η γενίκευση της χρήσης της φωτογραφίας, διαμόρφωναν ένα νέο ριζοσπαστικό περιβάλλον μέσα στο οποίο υπήρχε εύφορο έδαφος για τη γέννηση κινημάτων και την ανάπτυξη μανιφέστων κάθε λογής και ιδιαίτερα εκείνων που είχαν εικονοκλαστικές διαθέσεις ή βρίσκονταν σε συνεχή διάλογο με τις υπόλοιπες αναζητήσεις της περιόδου σε όλα τα πεδία της ανθρώπινης έκφρασης (φιλοσοφική και πολιτική σκέψη, λογοτεχνία, ψυχανάλυση, μοντέρνα υλικά και νέα αρχιτεκτονική κλπ).

Από το 1910 μέχρι το 1919, ο γεννημένος στην Ελλάδα, Ιταλός ζωγράφος Giorgio de Chirico, υπήρξε ο θεμελιωτής της «μεταφυσικής ζωγραφικής» (Pittura Metafisica /ιταλ.) όπου εισήγαγε με μοναδικό τρόπο στη θεματική και την εικονογραφική του παραγωγή το στοιχείο της απροσδόκητης συνύπαρξης αναφορών από διαφορετικές εποχές και συμπλοκής του ζωγραφισμένου αρχιτεκτονημένου χώρου με στοιχεία και μυστηριακές και ανοίκειες μη ζωντανές φιγούρες (αγάλματα, ανδριάντες, mannequins[11]), κάνοντας εξεζητημένη χρήση της φυσικής γεωμετρίας και της παραδοσιακής προοπτικής και δημιουργώντας συνθέσεις αινιγματικές και «ανησυχαστικά οικείες». Δηλαδή εικόνες που κινούνταν στο μεταίχμιο της αίσθησης του πραγματικού ή του εξωπραγματικού παράγοντας κάθε φορά ανάμεικτα αισθήματα[12]. Επηρεασμένος από τα διαβάσματα του Σοπενχάουερ και του Νίτσε, το ζωγραφικό έργο του σπουδαίου Γερμανού συμβολιστή του τέλους του 19ου αιώνα Arnold Boecklin[13] και το φυσικό πυρετό που τον ταλαιπωρούσε για κάποιο διάστημα, ο νεαρός καλλιτέχνης μπόρεσε να δημιουργήσει ένα πρώιμο έργο που δεν κατάφερε να ξεπεράσει στη συνέχεια (μετά το 1919) ούτε ο ίδιος και παράλληλα μετατράπηκε -αθέλητά του- σε ουσιαστικό γεννήτορα και εμπνευστή του ανατρεπτικού υπερρεαλιστικού[14] κινήματος στην τέχνη που καθόρισε με τρόπο αναμφισβήτητο μια σημαντική περίοδο της καλλιτεχνικής έκφρασης της νεωτερικότητας στη διάρκεια του 20ου αιώνα.

Η παραπάνω αναφορά κρίθηκε απαραίτητη για να μπορέσω να αναφερθώ στη συνέχεια στη γοητευτική σχέση που μπορεί να ανακαλύψει κανείς ανάμεσα στη φωτογραφία του Fred Boissonas με το άγαλμα ,που τραβήχτηκε στον Άγιο Νικόλαο (το 1910-1911) και σε αρκετούς πίνακες του De Chirico, από το 1910 μέχρι το 1917 αντίστοιχα (!!!). Είναι τόσο συναρπαστικό και συγκινητικό το αίσθημα και οι συνάφειες αυτής της ομόλογης εικαστικής πρόσληψης που προσωπικά μου δημιουργείται η ανάγκη να το επισημάνω και να το σχολιάσω αξιολογώντας αποκλειστικά και μόνο το περιεχόμενο και τη δύναμη των εικόνων και επιχειρώντας αυτή τη βαθύτερη, σχεδόν κρυπτική, αναζήτηση της σχέσης τους που μεταμορφώνει την επιφανειακή τους φυσική ομοιότητα σε μια πιο ουσιαστική θα πρόσθετα εγώ μετα-φυσική, σχεδόν υποδόρια, σύναψή τους.
εικ.2 / Giorgio de Chirico,Το αίνιγμα του χρησμού, 1910




εικ.3/ Giorgio de Chirico, To αίνιγμα μιας μέρας,1915


























εικ.4/ Giorgio de Chirico,Mελαγχολία, 1912























εικ.5/ Giorgio de Chirico, Αριάδνη,1913
















εικ.6/Giorgio de Chirico, Η μελαγχολία μιας όμορφης μέρας, 1913



















εικ.7 / Giorgio de Chirico,Ανησυχαστικές Μούσες,1917




























Το άγαλμα, ως εμβληματικό σπάραγμα μιας άλλης εποχής με ό,τι μπορεί να εκφράζει αυτή η επιλογή σε κυριολεκτικό και συμβολικό επίπεδο, χρησιμοποιείται ως κεντρικό στοιχείο στο εικονογραφικό πρόγραμμα της σύνθεσης, τόσο στη φωτογραφία του Fred Boissonas στο λιμάνι του Αγίου Νικολάου όσο και σε αρκετούς πίνακες του De Chirico από τους οποίους σταχυολογώ ενδεικτικά εκείνους με θέματα : «Το αίνιγμα του χρησμού»(1910), «Το αίνιγμα μιας μέρας» (1915), «Μελαγχολία» (1912), «Αριάδνη» (1913),«Η μελαγχολία μιας όμορφης μέρας» (1913), «Οι ανησυχαστικές Μούσες» (1917) (εικ.2-7). Σε όλους η χρήση τού «μη ζωντανού» σιωπηλού γλυπτού, που έχει οριστικά μετασχηματίσει το εφήμερο αίσθημα του χρόνου που το δημιούργησε σε καλλιτεχνική χειρονομία μνημειωμένη στην αιωνιότητα, εδράζεται σε κυρίαρχη θέση στο τελάρο και ρίχνει με έντονο τρόπο τη σκιά του μέσα σε ένα αστικό κατά κανόνα κενό περιβάλλον που είναι εξαιρετικά δραματοποιημένο σαν σκηνογραφική κατασκευή θεατρικού προσκηνίου. Ολότελα ακατοίκητο και άδειο ή με ελάχιστες ενδείξεις της παρουσίας ζωντανών υπάρξεων, διαμορφώνει μια εικόνα που αποπνέει μια διάθεση πολυσήμαντη, αινιγματική και μελαγχολική ,με φασματικό σχεδόν χαρακτήρα. Ενώ όλα τα απτά και με σαφή περιγράμματα αντικείμενα φαίνονται να έχουν ακινητοποιηθεί , πλανάται με ακαθόριστο και μυστηριακό τρόπο το αίσθημα ενός χωροχρονικού μετασχηματισμού που φτάνει στα όρια της δυστοπίας χωρίς πρόβλεψη για ό,τι επίκειται ή μπορεί ανά πάσα στιγμή να συμβεί. Η παρουσία και η αντικλασική σχεδιαστική απόδοση του αρχιτεκτονημένου χώρου στον De Chirico καθίσταται έτσι προσχηματική καθώς οι ιδιαίτερα έντονες λοξές προοπτικές του παραμορφώσεις τον καθιστούν εξωπραγματικό και μαζί ελάχιστα οικείο και προβλέψιμο.

Το εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι πως και στη φωτογραφία του λιμανιού του Αγίου Νικολάου, η θέση και η κατατομή του αγάλματος είναι τόσο αυτούσια με τη μούσα στον πίνακα της εικ.7 και τις φιγούρες στους υπόλοιπους πίνακες ,που αβίαστα θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως είτε προέρχονται από ένα κοινό πρωτότυπο είτε έχουν τοποθετηθεί εκεί για να αφυπνίσουν κοινά αισθήματα. Εδώ το μυθικό στοιχείο και η καθημερινότητα, το παρελθόν και το παρόν, συνυπάρχουν με ένα απρόσμενο και χασματικό τρόπο όπου όμως έννοιες φαινομενικά αντίθετες εμφανίζονται να προσδιορίζουν τη διάσταση μιας διαφορετικής ενότητας όπως συμβαίνει και στις μεταφυσικές εικονογραφίες του De Chirico. Η διαγώνια γεωμετρική προοπτική που προκύπτει από το σημείο σκόπευσης που επιλέγει ο Boissonas, οδηγεί σε πολύπλευρους συνειρμούς και εκείνο που φαίνεται να δεσπόζει τελικά στο οπτικό βάθος δεν είναι οι κοντινές ζωντανές -σχεδόν φασματικές- φιγούρες του ανώνυμου πλήθους στην προβλήτα όπου υπάρχει και ένα περίτεχνο και περίεργο περίπτερο (σαφές δείγμα επιρροών της art-nouveau[15]) , αλλά το -με αρκετά κενά- διαμορφωμένο μέτωπο του προαστικού αρχιτεκτονικού σχηματισμού της μικρής πόλης που διαμορφώνει το στιβαρό σκηνικό φόντο που υποδέχεται το δραματοποιημένο κρεσέντο της παρουσίας της αγαλμάτινης γυναικείας φιγούρας σε πρώτο πλάνο, όπως συμβαίνει και στους πίνακες του De Chirico.

Έτσι μια κοινότοπη φαινομενικά λήψη ,ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλες του φωτογράφου, που θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη ή να ενδιαφέρει μόνο όσους έχουν ένα ειδικό λόγο να εστιάσουν σ΄αυτή, μεταμορφώνεται σε μια αινιγματική φυσική σκηνογραφία που ξεπερνά την απλή τοπογραφική αφηγηματικότητα της τεκμηριωτικής καταγραφής της μικρής πόλης και αίρεται σε ιδιότυπη οραματική τοιχογραφία που δημιουργεί πολλαπλούς διανοητικούς κυματισμούς και συνδέσεις με εικόνες από το σώμα μιας μεγάλης ζωγραφικής κατάθεσης που αξιοποίησε αντίστοιχα εικονογραφικά στοιχεία για να γεννήσει τους πιο μυστηριώδεις μεταφυσικούς συνειρμούς στην ιστορία της τέχνης. Η συγκεκριμένη φωτογραφία του Boissonas και οι πίνακες του De Chirico, φαίνεται να αποκτούν έτσι μια μυστική αλλά σχηματικά ευδιάκριτη φυσική ομοιότητα που είναι τόσο άμεση και προφανής όπως διατυπώνεται εικαστικά και νοηματικά, που δημιουργεί συνάφειες που εντυπωσιάζουν. Η πιθανή χρονολογία λήψης της φωτογραφίας (1910-1911) είναι και αυτή απόλυτα συμβατή με τα χρόνια της «μεταφυσικής» περιόδου του Giorgio De Chirico και είναι εντυπωσιακό το γεγονός της τόσο ομόλογης θεματικής και εικονογραφικής ταύτισης του βλέμματος του Fred Boissonas στη σκόπευση αυτή ,εκείνο το απόγευμα στο λιμάνι της μικρής ακόμη πόλης του Αγίου Νικολάου, με τα μοναδικά αριστουργήματα της «μεταφυσικής» περιόδου του κορυφαίου ζωγράφου που αποτελούν σήμερα μέρος της παγκόσμιας καλλιτεχνικής κληρονομιάς και επηρέασαν βαθιά την εξέλιξη της μοντέρνας τέχνης και των εκφράσεων της νεωτερικότητας στη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα.

Εν τέλει οι φυσικοί συσχετισμοί μιας σπάνιας -είναι αλήθεια- σκόπευσης του φωτογράφου Fred Boissonas στο μικρό Άγιο Νικόλαο των αρχών του 20ου αιώνα, καταφέρνουν να δημιουργήσουν πολλαπλές αναγνώσεις και συνάψεις «μεταφυσικού» σχεδόν χαρακτήρα με το περιεχόμενο και την καλλιτεχνική κατάθεση ενός ιδιοφυούς ζωγράφου της περιόδου εκείνης όπως ήταν ο Giorgio De Chirico και μάλιστα με τρόπο που επιδέχεται πολυσήμαντες νοηματικές και κριτικές προσεγγίσεις. Το ζήτημα αυτό αποτελεί και το ουσιώδες συγκριτικό πλεονέκτημα με το οποίο μας εφοδιάζει η πραγματικά μεγάλη Τέχνη, που κατά τη γνωστή διατύπωση του φιλόσοφου Μάρτιν Χάιντεγγερ, μπορεί «..να θέτει εν έργω την α-λήθεια των όντων» σύμφωνα και με τον πρωτόλειο αριστοτελικό ετυμολογικό προσδιορισμό της σύνθεσης της λέξης α-λήθεια, από το στερητικό α και τη λήθη. Η δημιουργική έκφραση κάθε εποχής, οι φωτογραφικές τεκμηριώσεις του Fred Boissonas και οι συναρπαστικοί πίνακες του Giorgio de Chirico επιβεβαιώνουν πάντα όπως αποκαλύπτει και η περίπτωσή μας, τη δυνατότητά μας να υπερασπιζόμαστε τη μνήμη και τη βαθύτερη θέλησή μας να αντιστεκόμαστε στην επέλαση της λήθης που πολλές φορές καταφέρνει να σβήσει τα ίχνη της ανθρώπινης παρουσίας όχι όμως και των δημιουργημάτων της που στοιχειοθετούν την πιο ολοκληρωμένη μαρτυρία της ύπαρξής μας και μας επιτρέπουν να αφήνουμε ένα ανεπαίσθητο αλλά διακριτό ίχνος-σημάδι στην αιωνιότητα…

Οdyss_19.09.2010


Σημειώσεις:

1 / Το υλικό αυτό προέρχεται από τον ΟΠΕΠ (Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού) με θεματοφύλακά του το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης (ΜΦΘ) όπου και φυλάσσεται ολόκληρο το αρχείο Fred Boissonas που αποτελείται από χιλιάδες φωτογραφίες ( επισκέψιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση , http:// 83.235.173.112 /fotoweb/Grid.fwx) και από τα αρχεία του Εθνικού ιδρύματος ερευνών και μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος»,του Μουσείου αρχαιολογίας και ανθρωπολογίας της Πενσυλβάνιας, της Γαλλικής αρχαιολογικής σχολής Αθηνών, του Γερμανικού αρχαιολογικού ινστιτούτου και του αρχαιολόγου καθηγητή Νικολάου Πλάτωνος.

2/ Fred Boissonas (1858-1946): Ο φιλέλληνας γαλλόφωνος Ελβετός Fred Boissonnas είναι ο πρώτος ξένος φωτογράφος που περιηγήθηκε τόσο πολύ στον ελληνικό χώρο, από το 1903 και για περίπου τρεις δεκαετίες. Ταξίδεψε από την Πελοπόννησο ως την Κρήτη και τον Όλυμπο και από την Ιθάκη ως το Άγιο Όρος. Περιηγήθηκε, φωτογράφισε, έγραψε. Το έργο του, πρωτοποριακό αλλά και καθοριστικό για την εξέλιξη της ελληνικής φωτογραφίας κατά τον 20ό αιώνα. Μέσα από τις φωτογραφίες και τα λευκώματά του παρουσιάζει ένα πανόραμα της Ελλάδας του μεσοπολέμου, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης για την Ελλάδα την ίδια περίοδο. Το έργο του, αν και γνωστό στην Ευρώπη των αρχών του 20ου αιώνα, αξίζει σήμερα μια δεύτερη ανάγνωση. Η πρόοδος σε τεχνικά θέματα, η ανακάλυψη του χρώματος, η ευχρηστία των μηχανών και οι ανέσεις του ταξιδιού, μπορεί σήμερα να καθιστούν το έργο του απαρχαιωμένο, αλλά η ιστορική ματιά αποκαλύπτει τον μοντερνισμό του σε σύγκριση με άλλους φωτογράφους που περιπλανήθηκαν στην Ελλάδα. Ο καλλιτέχνης, πέρα από το καταγραφικό ενδιαφέρον του για όλα όσα εξαφανίζονται, μας δίνει μια εικόνα της Ελλάδας που εκτείνεται πέρα από την εθνογραφική μαρτυρία. Η μεγάλη πίστη και ο θαυμασμός του για τη χώρα αυτή μεταδίδονται μέσα από το έργο του με μια τρυφερότητα και μια αγάπη που η δύναμη τους ακόμη και σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, δίνει ψυχή σ' αυτά τα κομμάτια χαρτιού, τα οποία θα μπορούσαν να είχαν παραμείνει απλές φωτογραφίες.

3 / Giorgio de Chirico: Ο Giorgio de Chirico (10 Ιουλίου 1888/Bόλος - 20 Νοεμβρίου 1978) ήταν Ιταλός ζωγράφος, συγγραφέας και γλύπτης, γνωστός ως ένας από τους καλλιτέχνες που διαμόρφωσαν το ιδίωμα της «Μεταφυσικής Ζωγραφικής» (Pittura metafisica) αλλά και για την επιρροή που άσκησε σε καλλιτεχνικά ρεύματα του 20ού αιώνα, όπως ο Υπερρεαλισμός (Surrealism) και η Νέα Αντικειμενικότητα (Neue Sachlichkeit). Οι πίνακες του διέπονται από οραματικά και ποιητικά στοιχεία, ενώ χαρακτηρίζονται από την ιδιαίτερη έμφαση σε αινιγματικές συνθέσεις και στην αμφισημία των αντικειμένων. Το νεοκλασικό ύφος που υιοθέτησε μετά το 1919, όπως και σχεδόν το σύνολο των έργων του μετά την περίοδο της Μεταφυσικής Ζωγραφικής του, θεωρήθηκε από πολλούς κριτικούς υποδεέστερο, ωστόσο η παραγωγή του κατά την περίοδο 1910-19 αναγνωρίζεται από την πλειοψηφία τους ως σημαντική και ξεχωριστή στην ιστορία της μοντέρνας τέχνης.

4/O Γερμανός ζωγράφος Arnold Boecklin [1827-1901],υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του Συμβολισμού που αναπτύχθηκε στο τέλος του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Οι πίνακές του με θέμα «Η νήσος των νεκρών» [1880] και «Οδυσσέας και Καλυψώ» [1883], επηρέασαν πολλούς καλλιτέχνες της εποχής και θεωρούνται εμβληματικές περιπτώσεις που άσκησαν ιδιαίτερη γοητεία και στο νεαρό Giorgio de Chirico καθώς οι αγαλματώδεις φιγούρες τους τροφοδότησαν σχεδόν αυτούσιες τα εικονογραφικά στοιχεία της πρώιμης «μεταφυσικής» του περιόδου (βλ.εικ.2).

5 /Mουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης [Μ.Φ.Θ./http://www.thmphoto.gr]. Από εκεί παραχωρήθηκαν ευγενικά οι φωτογραφίες του αρχείου του Fred Boissonas που περιείχε η έκθεση.

6 / Το λιμάνι της μικρής πόλης του Αγίου Νικολάου υπήρξε στις αρχές του 20ου αιώνα ένα από τα κέντρα εξαγωγής άριστης ποιότητας χαρουπιών στις αγορές της Ευρώπης. Σημειώνεται πως εκείνη την περίοδο ο σπόρος του χαρουπιού υπήρξε για πολλά χρόνια η βασική πρώτη ύλη για την κατασκευή της ζελατίνας (φιλμ) που χρησιμοποιήθηκε αρχικά στην παραγωγή κινηματογραφικών ταινιών μέχρι να αντικατασταθεί λόγω του εύφλεκτου χαρακτήρα της από νέο ασφαλέστερο συνθετικό προϊόν.

7 / Υπάρχουν δυο γραπτές αναφορές για γυναικεία αγάλματα που βρέθηκαν στην περιοχή του Αγίου Νικολάου: α) Ο Ιω.Νουχάκης στη «Χωρογραφία της Κρήτης» (1903) αναφέρει (σ.91-92) πως το 1869 βρέθηκε άγαλμα γυναίκας που τοποθετήθηκε για φύλαξη στον ναό του Αγίου Αθανασίου (σε μικρή απόσταση επί της σημερινής οδού Ρούσου Κουνδούρου, από όπου μπορεί να το μετέφερε ο Fred Boissonas για να σκηνογραφήσει το συγκεκριμένο πλάνο). β) Ο Μιχ. Η. Κοζύρης, αναφέρει πως μαρμάρινο ακέφαλο γυναικείο άγαλμα –που ανήκε όπως εικάζει στην Άρτεμη- βρέθηκε το 1907 κατά τις εργασίες εκβάθυνσης της διώρυγας της λίμνης (στο σημείο που υπάρχει η σημερινή γέφυρα) το οποίο τοποθετήθηκε στον εσωτερικό διάδρομο του Γυμνασίου (μετά το 1928 που ολοκληρώθηκε) και τελικά μεταφέρθηκε κατά την κατοχή (1942) βιαίως με απόσπασμα από τους Ιταλούς στη Νεάπολη (όπου φιλοξενείται μέχρι σήμερα στην εκεί αρχαιολογική συλλογή). [Μιχ. Η.Κοζύρη, Λασίθι- Αγώνες και θυσίες αιώνων, Αθήναι, 1969 / σ.106]

8 /Σε κάθε περίπτωση από τα δυο ακέφαλα γυναικεία αγάλματα που διασώζονται σήμερα, και μοιάζουν μεταξύ τους πολύ, το ένα βρίσκεται στο αρχαιολογικό μουσείο Αγίου Νικολάου και μεταφέρθηκε εκεί από το μικρό ναόσχημο σε όψη κτίσμα της Λίμνης όπου φυλάσσονταν στο σύλλογο αλιέων και το δεύτερο είναι μέρος της αρχαιολογικής συλλογής της Νεάπολης και είναι με βεβαιότητα εκείνο που φαίνεται στη φωτογραφία του Fred Boissonas.

9/ Ιμπρεσιονισμός: Καλλιτεχνικό ρεύμα που αναπτύχθηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Αν και αρχικά καλλιεργήθηκε στο χώρο της ζωγραφικής, επηρέασε τόσο τη λογοτεχνία όσο και τη μουσική. Ο όρος Ιμπρεσιονισμός (Impressionism) πιθανόν προήλθε από το έργο του Κλωντ Μονέ Impression, Sunrise. Κύριο χαρακτηριστικό του ιμπρεσιονισμού στη ζωγραφική είναι τα ζωντανά χρώματα (κυρίως με χρήση των βασικών χρωμάτων), οι συνθέσεις σε εξωτερικούς χώρους, συχνά από ασυνήθιστες οπτικές γωνίες και η έμφαση στην αναπαράσταση του φωτός. Οι ιμπρεσιονιστές ζωγράφοι θέλησαν να αποτυπώσουν την άμεση εντύπωση (impression) που προκαλεί ένα αντικείμενο ή μια καθημερινή εικόνα.

10/ Συμβολισμός: Αποτελεί καλλιτεχνικό ρεύμα που αναπτύχθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, γαλλικής και βελγικής προέλευσης. Ο όρος προέρχεται από τη λέξη «σύμβολο». Αναπτύχθηκε κυρίως στην ποίηση, ωστόσο συναντάται και στις εικαστικές τέχνες. Ο γαλλικός συμβολισμός γεννήθηκε σε μεγάλο βαθμό ως μια αντίδραση απέναντι στο Νατουραλισμό και το Ρεαλισμό, ρεύματα που προηγήθηκαν χρονικά και που προσπάθησαν να συλλάβουν την πραγματικότητα με πιστό τρόπο. Ο συμβολισμός από την πλευρά του αντιπαρέβαλε την πνευματικότητα, τη φαντασία και το όνειρο ως αναπόσπαστο μέρος της καλλιτεχνικής δημιουργίας.

11/ Μannequins: Oι κούκλες για βιτρίνες ,τα ανδρείκελα.

12/ «Ανησυχαστικά οικείος»: Όρος της ψυχανάλυσης που αποδίδει το αίσθημα στην περίπτωση που ένας χώρος με ζωντανές υπάρξεις δίνει την εντύπωση μη ζωντανού χώρου και το αντίστροφο. Για μια εκτεταμένη και εμβριθή προσέγγιση της περίπτωσης Giorgio de Chirico βλ. και το βιβλίο της Νίκης Λοϊζίδη ,Ο Τζιόρτζιο ντε Κίρικο και η σουρεαλιστική επανάσταση [ Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1987].

13/ Με τις ιδέες και το έργο των Γερμανών Σοπενχάουερ και Νίτσε και τη ζωγραφική του Arnold Boecklin και του Max Klinger ιδιαίτερα ,που του άσκησαν βαθιά επιρροή στη συνέχεια, ο De Chirico ήρθε σε επαφή κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Μόναχο (1906-1909).

14 / Ο υπερρεαλισμός ή σουρεαλισμός ήταν ένα κίνημα που αναπτύχθηκε κυρίως στο χώρο της λογοτεχνίας αλλά εξελίχθηκε σε ένα ευρύτερο καλλιτεχνικό και πολιτικό ρεύμα. Άνθισε κατά κύριο λόγο στη Γαλλία των αρχών του 20ου αιώνα, κατά την περίοδο μεταξύ του πρώτου και δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Από τη φύση του επαναστατικό κίνημα, ο υπερρεαλισμός επιδίωξε πολλές ριζοσπαστικές αλλαγές στο χώρο της τέχνης αλλά και της σκέψης γενικότερα, ασκώντας επίδραση σε μεταγενέστερες γενιές καλλιτεχνών. Τα μέλη του αντέδρασαν σε αυτό που οι ίδιοι ερμήνευαν ως μία βαθιά κρίση του δυτικού πολιτισμού, προτείνοντας μία ευρύτερη αναθεώρηση των αξιών, σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής, στηριζόμενοι στις ψυχαναλυτικές θεωρίες του Φρόιντ και στα πολιτικά ιδεώδη του Μαρξισμού. Ως κύριο μέσο έκφρασης, τόσο στη λογοτεχνία όσο και στις εικαστικές τέχνες, προέβαλε τον «αυτοματισμό», επιδιώκοντας τη διερεύνηση του ασυνειδήτου, την απελευθέρωση της φαντασίας «με την απουσία κάθε ελέγχου από τη λογική» και διακηρύσσοντας τον απόλυτο αντικομφορμισμό.Οι καλλιτέχνες που διαμόρφωσαν το κίνημα καταγράφηκαν στο πρώτο Μανιφέστο του υπερρεαλισμού (1924) του Αντρέ Μπρετόν, καθώς και στην πραγματεία Une Vague de rêves (1924) του Λουί Αραγκόν, ενώ συμμετείχαν ενεργά στα περιοδικά La Révolution surréaliste και Litterature που εξέδιδε η υπερρεαλιστική ομάδα. Ο Μπρετόν αναγνωρίζεται ως κεντρική φυσιογνωμία και ένας από τους σημαντικότερους θεωρητικούς τού κινήματος, ενώ άλλα διακεκριμένα μέλη υπήρξαν οι ποιητές Πωλ Ελυάρ, Ρενέ Κρεβέλ, Ρομπέρ Ντεσνός, Μπενζαμίν Περέ, Ροζέ Βιτράκ, όπως και οι καλλιτέχνες Μαξ Ερνστ, Μαν Ραίη, Ζαν Αρπ, Αντρέ Μασόν και Χουάν Μιρό. Πολλοί από τους πρώιμους υπερρεαλιστές προήλθαν από το προγενέστερο κίνημα του Ντανταϊσμού και πολλοί είχαν σταθερή αναφορά τη μεταφυσική περίοδο του Giorgio de Chirico.

15/ Αρ-Νουβό (art nouveau): Με τον όρο Αρ Νουβό (γαλλικά Art Nouveau, σημαίνει Νέα Τέχνη) αναφερόμαστε στο διεθνές καλλιτεχνικό κίνημα που αναπτύχθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Ο όρος είναι γνωστός και με τη γερμανική του ονομασία, Jugendstil ενώ στην Αυστρία ονομάζεται Secession. Ανάλογα με τον γεωγραφικό τόπο στον οποίο εξελίχθηκε, έλαβε διάφορες ονομασίες, όπως Stile Liberty στην Ιταλία, Μοντέρνο Στυλ στην Αμερική ή Μοντερνισμός στην Ισπανία, ενώ στη Γερμανία εμφανίστηκε με τον όρο Jugendstil. Ο γαλλικός όρος Αrt Νouveau χρησιμοποιήθηκε στη Γαλλία και το Βέλγιο και αποδίδεται ως Νέα Τέχνη. Ως κίνημα το Αρ Νουβό δεν διέθετε μεγάλη ομοιογένεια, εκδηλώθηκε κυρίως στο χώρο της διακόσμησης και της αρχιτεκτονικής, αγγίζοντας όμως και όλους τους τομείς της καλλιτεχνικής έκφρασης και επηρέασε μεταγενέστερες τάσεις στη μοντέρνα τέχνη. Βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα του κινήματος είναι η επιτήδευση της μορφής, κυρίως για τα στοιχεία που αντλούνται από τη φύση καθώς και η στενή συσχέτιση του με το κίνημα του συμβολισμού.-


12.9.10

Ο ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΠΑΜΙΤΣΑΚΗΣ[1922-2009]

ΚΑΙ ΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΕΠΟΣ ΤΗΣ ΝΕΑΠΟΛΗΣ ΛΑΣΙΘΙΟΥ
ΤΟ ΤΟΠΙΟ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΚΑΙ Η ΑΦΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΒΙΟΥ ΣΤΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΟΥ ΚΩΣΤΗ ΠΑΠΑΜΙΤΣΑΚΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΝΕΑΠΟΛΗ, ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΛΑΣΙΘΙΟΥ [ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1904]
φωτ.2/ Ο Κωστής Παπαμιτσάκης με την ρετίνα του_1951



















Ένα ασπρόμαυρο λεύκωμα της Πολιτιστικής και Λαογραφικής Εταιρείας Απάνω Μεραμπέλλου και της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Λασιθίου*, που έφερε πρόσφατα στη δημοσιότητα μικρό μέρος της φωτογραφικής μαρτυρίας του Κωστή Παπαμιτσάκη**– του μεταπολεμικού φωτογράφου της Νεάπολης Λασιθίου - υπήρξε αφορμή για την παρουσία μου σε μια παρουσίαση του βιβλίου*** με ποικίλες αναφορές στον ίδιο και στο περιεχόμενο της μεγάλης δημιουργικής του κατάθεσης, που δεν αρκέστηκε στην επαγγελματική μόνο κάλυψη των αναγκών της τοπικής ανθρώπινης κοινότητας αλλά κατέγραψε με το φακό και τις αλλαγές της μεταπολεμικής περιόδου του αστικού σχηματισμού της ιστορικής πόλης.

φωτ.1/Επιπλοποιός_1956
Το αρχείο του φωτογράφου μας προσφέρει σήμερα ,μέσα από ένα πλούσιο –ακόμη άγνωστο στο μεγαλύτερο μέρος του- οδοιπορικό, την ευαίσθητη και εκτεταμένη καταγραφή μιας δύσκολης εποχής κατά τη μεταπολεμική περίοδο, τότε που η αγωνία του τόπου για ζωή δεν προδιέγραφε ακόμη τον «καταναλωτικό καταναγκασμό» της κατοπινής εξέλιξης και τα μικρά και τα μεγαλύτερα γεγονότα που τον κατέκλυζαν, αποτελούσαν υλικό ενός τοπικού σύμπαντος αρκετά διαφορετικού από τις μεγάλες αφηγήσεις του μακρινού κόσμου αλλά με μια αύρα που ενσωμάτωνε και τους κροσσούς συμβολής του με τις επιρροές της ευρωπαϊκής και της εγχώριας αστικής συνθήκης (φωτ.1).

Οι φωτογραφίες του Κωστή Παπαμιτσάκη απαθανάτισαν με συστηματικό τρόπο ανθρώπους, δραστηριότητες, κτίσματα ,εμβληματικά γεγονότα και αλλαγές ενός κοινού αστικού βίου, με διάθεση βαθιά διερευνητική που σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνούσε την απλή παρατήρηση και την καταγραφή στη φωτογραφική πλάκα και μετατρέπονταν σε προσωπική μαρτυρία και τεκμηρίωση του φανερού και του άδηλου υποστρώματος και του πραγματικού τους βάθους. Είχε μια ευαίσθητη κεραία που μπορούσε να αναγνωρίζει το σημαντικό και να το μετασχηματίζει σε φωτογραφική σκόπευση με διαθέσεις δημιουργικού σχολιασμού τόσο στο επίπεδο της μορφής (φόρμα) όσο και του περιεχομένου του συμβάντος. Το αισθητήριό του ξεπερνούσε το στιγμιαίο και το εφήμερο και αναζητούσε το ουσιώδες, δημιουργώντας έτσι ένα πυκνό «δημιουργικό ίζημα» του βλέμματος ανθεκτικό για να μην το ρευστοποιήσει ο χρόνος. Η ματιά του Παπαμιτσάκη διέθετε ένα ευδιάκριτα ανήσυχο αισθητικό υπόστρωμα, με ολοφάνερο αξιακό και ηθικό θα πρόσθετα έρμα, που μόνο η δυνατή εσωτερική του όραση**** μπορούσε να τον εφοδιάζει.

Η ειδοποιός διαφορά που μεταμορφώνει τις απλές φωτογραφικές λήψεις σε συμπυκνώσεις νοήματος που μπορεί να προσεγγίσει κανείς με πολυεπίπεδο τρόπο είναι η σχέση του ανθρώπου πίσω από την κάμερα με την αναζήτηση της α-λήθειας*****, που είναι η μόνη που μπορεί να ανασυνθέτει το εφήμερο υλικό περιτύλιγμα των φαινομένων και να το μετασχηματίζει σε διανοητικά επεξεργασμένο αντικείμενο της έμπνευσης. Η μνήμη και οι περιοχές της ανθρώπινης δημιουργικότητας είχαν πάντα δυναμική σχέση καθώς μέσω αυτών αναπτύσσεται η διεργασία που μπορεί να μεταστοιχειώνει τις απλές καθημερινές χειρονομίες σε καλλιτεχνικές διατυπώσεις. Αυτό μπορεί να το ανακαλύψει κανείς στη δημιουργική κατάθεση των σπουδαίων γνωστών φωτογράφων και αναμφίβολα βέβαια και στην προσωπική παραγωγή του Κωστή Παπαμιτσάκη, που εικονίζεται να κρατά σφικτά -ποζάροντας ο ίδιος- το εργαλείο της προσωπικής κατανόησης του κόσμου που του προσέφερε η ρετίνα****** του (φωτ.2).

φωτ.3/Πόζα στη Φύση_1957
Η ανθρώπινη παρουσία που αποτυπώνει και τα περισσότερα πρόσωπα που φωτογραφίζει είναι γνώριμα και οικεία, μερικές φορές αποτελώντας τη συγκυριακή αφετηρία της σκόπευσης και άλλοτε τακτοποιημένα με τρόπους που ξεπερνούν την αφηγηματική διάθεση ενός επαρχιακού φωτογράφου. Μετατρέπονται έτσι σε σκηνοθετημένες μορφές μιας ευρύτερης αστικής ή υπαίθριας εικονογραφίας όπου μπορεί να ανακαλύψει κανείς καλλιτεχνικές αναφορές και υστερορομαντικές αναζητήσεις (των πρώιμων ιμπρεσιονιστικών απεικονίσεων) που εμφανώς υπερβαίνουν τη ρεαλιστική αναπαραστατική απόδοση αναζητώντας τις μυστικές συνάψεις που θα σχηματοποιήσουν ένα σχεδόν «ζωγραφικό», ελάχιστα αυθόρμητο ως λήψη, αλλά γοητευτικό κάδρο που παραπέμπει σε καμβά (φωτ.3).

φωτ.4/Τοπικές υποθέσεις_1957
Το ισχυρό του καλλιτεχνικό και ανθρώπινο αισθητήριο τον οδηγεί σε ορισμένες περιπτώσεις στην καταχώρηση πραγματικών συμβάντων με τρόπο που υπερβαίνει τη συγκυριακή παρατήρηση και την ουδέτερη καταγραφή και τον μεταμορφώνει σε οξυδερκή ανατόμο των δραματικών κυματισμών της ανθρώπινης προσωπικής περιπέτειας και του σπαρακτικού χαρακτήρα της ύπαρξης (φωτ.4). Ο φωτογράφος Παπαμιτσάκης μετασχηματίζεται έτσι με τις σκοπεύσεις του σε οραματικό σχολιαστή και άδηλο αναλυτή των ποικίλων συγκυριών που αναδύονται και περιγράφουν τη φανερή αλλά και τη λανθάνουσα φύση ενός τοπικού ανθρωπογενούς σύμπαντος που δεν παύει να αποτελεί ένα μικρό τόπο με τις δικές του εντάσεις μέσα στη μεγάλη τοιχογραφία της μεταπολεμικής Κρήτης και του κόσμου.

φωτ.5/Οικοδόμοι_1958
φωτ.6/Σπιναλόγκα_1956









φωτ.7/Γυρίσματα της ταινίας "Ο Χριστός
ξανασταυρώνεται" του Ζιλ Ντασέν_1956
















Οι γενικές αστικές λήψεις μιας ήρεμης και καθόλου πολύβουης ιστορικής κωμόπολης αλλά και αναφορών του ευρύτερου γεωγραφικού και ιστορικού της χώρου , που εμπεριέχουν μέσα τους όλες τις ποιότητες που μεταφέρουν στο χρόνο οι ιστορικοί τόποι, δίνει τη δυνατότητα στο φωτογράφο να ιχνογραφήσει με δοξαστικό σχεδόν χειρισμό των μακρινών πλάνων, μερικά από τα πιο σημαίνοντα και ξεχωριστής ποιότητας αρχιτεκτονήματα που κοσμούν τον πολεοδομικό της ιστό ή μνημεία της περιοχής και να αποτυπώσει παράλληλα γεγονότα της απλής καθημερινότητας ή σημαντικές στιγμές της τοπικής εμπειρίας δημιουργώντας πολύτιμα ντοκουμέντα (φωτ.5,6,7) .

φωτ.8/ Το κτίριο της Λέσχης Νεάπολης_Τότε  ξενοδοχείο "Δικταίον"_1951


















Το μοναδικό μεσοπολεμικό δημιούργημα της Λέσχης Νεαπόλεως (τότε το 1951 ξενοδοχείο «Δικταίον») που φαίνεται να έχει «αράξει» ως υπερωκεάνιο με μεγαλοπρεπή τρόπο στην κεντρική της πλατεία, επεξεργασμένο με το δυνατό μορφολογικό λεξιλόγιο του μοντερνισμού της περιόδου του Bauhaus******* και διαθέτοντας μια αυστηρή αρχιτεκτονική και κατασκευαστική επεξεργασία χωρίς παραχωρήσεις σε αδιέξοδες διακοσμητικές και ιστορικιστικές αναφορές, δεσπόζει στο κέντρο της εικόνας και δείχνει να ξεπερνά κάθε συσχετισμό με μεγέθη, κλίμακες ή εικονογραφικές παραπομπές σε ένα έτσι κι αλλιώς σχεδόν άδειο ακόμη και αδιαμόρφωτο πολεοδομικό κέντρο (φωτ.8). Η παρουσία αυτού του αστικού κτιρίου στο αχανές κέντρο μιας επαρχιακής κωμόπολης φανερώνει με χαρακτηριστικό τρόπο κυριολεκτικά και συμβολικά το μέγεθος της αποσκευής που τη συνόδευε αλλά και τη δυναμική που εξακολουθούσε να διατηρεί σε όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα ως παλιά πρωτεύουσα του Νομού Λασιθίου και αναμφισβήτητο σημερινό ιστορικό του κέντρο. Η φωτογραφία αυτή διασώζει τις πολύτιμες αφετηρίες της σημερινής του κατάστασης και παράλληλα αποτελεί μια υπενθύμιση για την ανάγκη άμεσης και προσεκτικής του αποκατάστασης και απόδοσής του στις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας αλλά και της ευρύτερης περιοχής.

Το πλούσιο φωτογραφικό αρχείο του Κωστή Παπαμιτσάκη και των άλλων δημιουργών της περιοχής, τα ΓΑΚ (γενικά αρχεία του κράτους) και το σημαντικό ιστορικό και αρχειακό υλικό μιας πολυτάραχης εποχής που διασώζεται μέχρι σήμερα, οι παλιές εφημερίδες που εκδίδονταν με έδρα την πόλη και τα τεκμήρια μιας πολύχρονης δημόσιας δραστηριότητας, ο πλούτος του αστικού οικιακού εξοπλισμού που διατηρείται ατόφιος στα αρχοντικά της παλιάς Νεάπολης και βέβαια το εξαιρετικό αρχιτεκτονικό της απόθεμα και τα χαρακτηριστικά δημόσια κτίρια που ενσωματώνουν τα ευδιάκριτα ίχνη μιας σπουδαίας αστικής αφήγησης -συγκροτημένης τους δυο κρίσιμους τελευταίους αιώνες- συνθέτουν ένα ιστορικό και πολεοδομικό παλίμψηστο με ποικίλες αρχιτεκτονικές αποθέσεις που αξίζει να προστατευτεί και να αναδειχτεί και κυρίως να αποτελέσει το πραγματικό «ιστορικό κέντρο» του Μεραμπέλλου μέσα στη νέα ευρύτερη ενότητα του Δήμου Αγίου Νικολάου.

Ο Κωστής Αδοσίδης Πασάς******** το 1868, αποτέλεσε για μερικά χρόνια την τοπική αρχή της οθωμανικής κατοχής αλλά υπήρξε εκτός των άλλων και ένας πρώιμος κοσμοπολίτης με όραμα για τον τόπο που διοίκησε και με θετική έμπνευση για το δημόσιο χώρο που διαμόρφωσε στην πόλη. Εμείς μπορούμε σήμερα να δημιουργήσουμε με γνώση και ευαισθησία μαζί με τους νέους του τόπου και τις αληθινές δημιουργικές του δυνάμεις ένα όραμα για την ιστορική Νεάπολη;

Οdyss,12.09.2010

Σημειώσεις:

1/Η έκδοση της Π.Λ.Ε.Α.Μ. με τίτλο «Αρχείο Κωστή Παπαμιτσάκη - Η Νεάπολη σ΄ αλλοτινούς καιρούς» [Νεάπολη Λασιθίου,2010] αποτελεί κοινή έκδοση και χρηματοδοτήθηκε από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Λασιθίου που έχει στηρίξει ενεργά πολλές αντίστοιχες προσπάθειες μέχρι σήμερα.

2/Κωστής Παπαμιτσάκης [1922-2009]: Νεαπολίτης φωτογράφος, που διατηρούσε επαγγελματικό εργαστήριο στη μεταπολεμική Νεάπολη. Άρχισε να δραστηριοποιείται τις δύσκολες μέρες της κατοχής, άνοιξε φωτογραφικό εργαστήριο το 1946 στη Νεάπολη, στρατεύτηκε στη διάρκεια του εμφυλίου χωρίς να σταματήσει τις λήψεις στις περιοχές που βρέθηκε και μετά συνέχισε ανελλιπώς τη φωτογραφική του δραστηριότητα μέχρι το 2002, εμπλουτίζοντας πάντα το αρχείο του με τις φωτογραφίες όχι μόνο της δουλειάς αλλά και με κάθε πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό γεγονός του τόπου στο οποίο παραβρέθηκε. Συμμετείχε σε εκθέσεις, δημοσίευσε φωτογραφίες του σε περιοδικά και βιβλία, τιμήθηκε με βραβεία .Μέρος του σημαντικού αρχείου του (που υπολογίζεται σε 80.000 λήψεις) παραχωρήθηκε ευγενικά από τα παιδιά του Μαρία και Μιχάλη Παπαμιτσάκη για την πραγματοποίηση της έκδοσης Π.Λ.Ε.Α.Μ./Ν.Α.Λασιθίου.

3/Εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο χώρο του παλιού γυμνασίου της Νεάπολης στις 7.08.2010, με πρωτοβουλία και φροντίδα της Π.Λ.Ε.Α.Μ., ενταγμένη στο φετινό πρόγραμμα εκδηλώσεων του Δήμου Νεάπολης «Δρήρεια 2010». Στον ίδιο χώρο φιλοξενήθηκε και έκθεση με τίτλο «Αστική Νεάπολη/1868-1968», στημένη με ιδιαίτερη φροντίδα και μεράκι από τα μέλη της Π.Λ.Ε.Α.Μ., που συγκέντρωσε μοναδικά εκθέματα και εξοπλισμό του νεαπολίτικου αστικού βίου (έπιπλα, σκεύη, ενδυμασίες, διακοσμητικά στοιχεία κλπ). Το σημερινό δραστήριο διοικητικό συμβούλιό της Π.Λ.Ε.Α.Μ. αποτελείται από τους Γιώργο Μαυροειδή (Πρόεδρο), Γιώργο Γουλιδάκη, Άννα Δαμιανάκη, Μαρία Κωστάκη- Φούσκη, Μαρία Πλευρίδου, Μαρία Σεργάκη, Αντώνη Χουρδάκη.

4/Για το θέμα αυτό υπάρχει εκτεταμένη ανάλυση στο βιβλίο του Σεμίρ Ζεκί, «Εσωτερική Όραση-Μια εξερεύνηση της τέχνης και του εγκεφάλου» [Πανεπιστ. εκδόσεις Κρήτης,Ηράκλειο,2002]

5/Α-λήθεια, ετυμ. ως α [στερητικό] + λήθη, από τη γνωστή αριστοτελική αφετηρία που ανέλυσε με σχολαστικό τρόπο ο Μάρτιν Χάιντεγγερ, στο κείμενό του «Η τέχνη και ο χώρος» [Εκδόσεις Ίνδικτος,2006]

 

6/Ρετίνα :Το γνωστό μοντέλο της γερμανικής φωτογραφικής μηχανής Retina Kodaκ, που σε διάφορα μοντέλα από το 1936 μέχρι το 1969, αποτέλεσε το αγαπημένο εργαλείο πολλών φωτογράφων –και ιδιαίτερα- της μεταπολεμικής γενιάς.

7/Βαuhaus: Η αρχιτεκτονική σχολή στη Γερμανία του μεσοπολέμου που ξεκίνησε να λειτουργεί το 1919 στη Βαϊμάρη, μεταφέρθηκε στο Ντεσάου και μέχρι το κλείσιμό της από τους ναζί το 1933 ατο Βερολίνο όπου λειτουργούσε κατά την τρίτη περίοδο της λειτουργίας της, κατάφερε να εκφράσει με τον πιο ριζοσπαστικό τρόπο τους μετασχηματισμούς των αρχών του 20ου αιώνα στο πεδίο της αρχιτεκτονικής και των κατασκευών και να αποτελέσει το καταστατικό κορμό των ιδεών και των αρχών του μοντέρνου κινήματος που επηρέασε καταλυτικά την αρχιτεκτονική παραγωγή ολόκληρου του αιώνα και εξακολουθεί ακόμη να διατηρεί ευδιάκριτη επιρροή στις αφετηριακές αρχές και τις εικονογραφικές προτιμήσεις όλων των σύγχρονων τυπολογικών και μορφολογικών ιδιωμάτων και του λεξιλογίου των κατασκευών. Στη σχολή αυτή δίδαξαν κορυφαίοι Αρχιτέκτονες (Βάλτερ Γκρόπιους, Μις βαν ντε Ρόε, Χάνες Μέγιερ,Μαρσέλ Μπρόιερ) και καλλιτέχνες (Πάουλ Κλέε, Βασίλι Καντίνσκι κ.α.) του 20ου αιώνα. Στην Ελλάδα με αφετηρία κυρίως το μεγάλης πνοής πρόγραμμα κατασκευής 1800(!) σχολικών κτιρίων στη διάρκεια του μεσοπολέμου που ξεκίνησε η δεύτερη κυβέρνηση Ελ.Βενιζέλου, οι αρχιτέκτονες εκείνης της περιόδου κατάφεραν να δημιουργήσουν σημαντικό αριθμό μοντέρνων σχολικών κτιρίων, πολλά από τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα και αποτελούν μαρτυρία μιας ηρωικής περιόδου για την ιστορία του τόπου και την αρχιτεκτονική του bauhaus και της νεωτερικότητας.

8/Κωστής Αδοσίδης Πασάς: Ο πρώτος -χριστιανός το θρήσκευμα- οθωμανός διοικητής της περιοχής της Νεάπολης το 1868, άνθρωπος της Πύλης με συμμετοχή σε δύσκολες διπλωματικές και πολιτικές αποστολές, που υπήρξε και ο πρώτος ουσιαστικά που διαμόρφωσε τη σύγχρονη πολεοδομική της φυσιογνωμία με τη διάνοιξη δρόμων και μιας αχανούς κεντρικής πλατείας, σπάνιας για τα δεδομένα των κωμοπόλεων εκείνης της περιόδου. Το παράδειγμα της Νεάπολης, αποτελεί μια σπουδαία μαρτυρία για τον τρόπο με τον οποίο σχηματοποιήθηκαν ιστορικά οι αστικές συγκεντρώσεις στην ελληνική περιφέρεια και μάλιστα σε μια εποχή ιδιαίτερα δύσκολη για την Κρήτη, όπου είχε αρχίσει ήδη να αναπτύσσεται ο επαναστατικός αναβρασμός του τέλους του 19ου αιώνα  που οδήγησε στην απελευθέρωσή της από την οθωμανική κυριαρχία και την ενσωμάτωσή της στον κορμό της ελληνικής επικράτειας στις αρχές του 20ου αιώνα.

5.9.10

O ΡΑΛΛΗΣ ΚΟΨΙΔΗΣ «επί πτερύγων ανέμων»*…

ικ.1/ Ράλλης Κοψίδης,σχέδιο
Μου άρεσε ιδιαίτερα ο τίτλος του σχετικού άρθρου της εφημερίδας "Αυγή" (νεκρολογία στις 17.08.2010), τρεις μέρες αφού έφυγε από τη ζωή (στις 14.08.2010) ο σπουδαίος αυτός ζωγράφος, αγιογράφος, εικονογράφος και πεζογράφος, μαθητής του Φώτη Κόντογλου** και δημιουργός που μου είχε προξενήσει ιδιαίτερη εντύπωση η δουλειά του όταν την πρωτοείδα, φοιτητής στα τέλη της δεκαετίας του ΄70 (εικ.1,2). Διερωτώμαι αλήθεια πολλές φορές για την τύχη που θα μπορούσαν να έχουν σε ένα ευρύτερο ακροατήριο τέτοιες εκφραστικές προσεγγίσεις αν για παράδειγμα ο καλλιτέχνης ζούσε σε μια άλλη μεγαλύτερη χώρα.

εικ.2/Ράλλης Κοψίδης,Ζωγραφική
    
      εικ.3/Φ.Κόντογλου,Ο άγριος Κονέκ-κονέκ













Μαθητής του σπουδαίου ανανεωτή της παραδοσιακής βυζαντινής τέχνης Φώτη Κόντογλου (θυμάστε τον άγριο Κονέκ-Κονέκ;/εικ.3) επηρεασμένος ιδιαίτερα από τους ζωγραφικούς του δρόμους και τη μεγάλη ορθόδοξη αγιογραφική και εικονογραφική παράδοση, μας άφησε ένα έργο πολύπτυχο και πολυσήμαντο που έχει μεγάλη σχέση με δημιουργικές περιοχές ανεξάντλητες που ξεκινούν από τα βραχογραφήματα και φτάνουν μέχρι τις εικονογραφήσεις της τέχνης του δρόμου (street-art) και τα στρατευμένα λατινοαμερικάνικα murals, που έχουν τόση επιρροή και στη σύγχρονη πρωτοποριακή έκφραση καλλιτεχνών της νεότερης γενιάς όπως ο εξαιρετικός Στέλιος Φαϊτάκης(εικ.4).

εικ.4/Στέλιος Φαϊτάκης,Σημείο βρασμού





















( Όταν σε διεθνή περιοδικά τέχνης σαν το Juxtapoz***, μπορεί να βρει κανείς αφιερώματα στη δουλειά του Φαϊτάκη αυτό σημαίνει πραγματικά πως το εκφραστικό και εικονογραφικό του περιεχόμενο κινείται σε περιοχές ιδιαίτερης εικαστικής έντασης και ενδιαφέροντος τουλάχιστον για όσους έχουν τα κριτήρια να το αναγνωρίσουν).

εικ.5/Ρ.Κοψίδης, Η αλεπού και το λιοντάρι
(εικονογράφηση παραμυθιού)
Η δημιουργική διαδρομή του Ράλλη Κοψίδη ενσωμάτωσε μια πληθώρα αναφορών και οι εικονογραφήσεις του για τα παραμύθια του Γ.Α. Μέγα και για πολλά βιβλία μέχρι και πρόσφατα ,εμπλουτίζει τη νεοελληνική τέχνη με μερικά από τα σπουδαιότερα και πιο παράξενα θα πρόσθετα εικονογραφικά της προγράμματα (εικ.5). Το στοιχείο της φυσικής πραγματικότητας αλλά και της μεταφυσικής είναι αξεχώριστα παρόντα στο έργο του και σε πολλές περιπτώσεις είναι εμφανείς οι σχέσεις του τόσο με την αναζήτηση μιας σχεδόν φυσιοκρατικής εικονογραφικής ιεραρχίας όσο και με προτιμήσεις που διατρέχουν όλο το εύρος των εκφράσεων της μεταφυσικής μορφολογίας που σε μερικούς πίνακές του(εικ.6,7) αποκτά ομόλογη σχέση με εμβληματικούς πίνακες σαν το "Μεγάλο Μεταφυσικό" ή τον "Αρχαιολόγο" του Giorgio De Chirico.****(εικ.8,9)
εικ.6/Ρ.Κοψίδης,Φιγούρα στην ομίχλη,1979
εικ.7/Ρ.Κοψίδης,Κάστρο,1977


















εικ.8/Giorgio de Chirico,
Ο μεγάλος μεταφυσικός,1917

εικ.9/Giorgio de Chirico,
Ο αρχαιολόγος
















Η διάθεση του Ράλλη Κοψίδη -και αυτό περιγράφεται και στα γραπτά του κείμενα- αντιστρατεύεται με ευδιάκριτο τρόπο τις κλασικές απεικονιστικές αναπαραστάσεις ακόμη και στην απλή τοπιογραφία και προτείνει αφαιρετικά υπερρεαλιστικά περιγράμματα μέσα στα οποία δεν αναπτύσσεται μόνο το προσωπικό του όραμα ως εικονογραφική περιήγηση αλλά ενσωματώνεται με ποιητικό και επιτηδευμένα ανυποψίαστο τρόπο η πρωτογενής του επαφή με τους μεταφυσικούς ακροδέκτες της έμπνευσής του. Μια διαρκής εναπόθεση υλικών και μορφών διαμορφώνει παλίμψηστους τόπους όπου μπορεί να ανακαλύψει κανείς πρωτογενείς στοιχειώσεις μιας λαϊκότροπης τυπολογίας εμπλουτισμένους με ανοίκεια και παράδοξα εικονογραφημένα αφηγήματα που απέχουν πολύ από τα μηχανεύματα της παραδοσιακής παραστατικότητας (εικ.10,11).


εικ.10/Ρ.Κοψίδης,Ελληνικό τοπίο,1979












εικ.10/Ρ.Κοψίδης,Το όραμα του Αποστόλου Παύλου,1978
























εικ.12/Ρ.Κοψίδης,Λαύριο,1980




















εικ.13/Ν.Γ.Πεντζίκης,Μυχός της Θεσσαλονίκης


















εικ.14/Jackson Pollock,No 1, 1950




















Σε μερικές περιπτώσεις (εικ.12) οι σχολαστικές λεπταίσθητες και εξαιρετικά πυκνογραφημένες εναποθέσεις των πολυπληθών διαφορετικών, λεπτομερειακών και εξαντλητικά αρθρωμένων σχολιασμών του αίρονται στο ύψος μιας γραπτής μαρτυρίας που ανακαλεί πινακίδες της γραμμικής β ή τα χιλιότροπα ορνιθοσκαλίσματα του αγίου Νικολάου Γαβριήλ Πεντζίκη***** (εικ.13) από τις γνωστές εικονογραφήσεις του με τα μαύρα πενάκια που φαίνονται άνευ αντικρίσματος από κοντά αλλά έχουν την εκρηκτικότητα να επανασυστήνουν τη συμπαντική κοσμογονία ως εικόνες νεφελωμάτων μιας πυκνής αστρικής σκοτεινής ύλης. Η δουλειά του Τζάκσον Πόλλοκ****** (εικ.14) και ιδιαίτερα τα φοβερά του «ριπίσματα» που τον ανέδειξαν σε πρώιμο οραματικό εικονογράφο μιας κοσμικής αρμονίας φωτογραφημένης με πραγματικούς φακούς στα τέλη του 20ου αιώνα, είναι ό,τι πιο χαρακτηριστικά ομόλογο μου έρχεται στο νου, όταν αντικρίζω τις τυπολογίες μιας τέτοιας εικονογράφησης.

Το ανησυχαστικό και μαζί καθησυχαστικό σωρευτικό υλικό της φανταστικής παραμυθίας του Ράλλη Κοψίδη αποκαλύπτεται έτσι αναδυόμενο πολλές φορές από τη στιβαρή έδραση των εικόνων και μετασχηματίζεται κορυφούμενο σε επίκληση ενός διαρκούς προσωπικού οράματος που με τρόπο πολλές φορές τρυφερό ,σαν μυστική προσευχή, επιχειρεί να επαναθεμελιώσει το κύρος της ζωγραφικής αφήγησης που έχει χαθεί μέσα στην κυριαρχούσα συνθήκη της υλικής μας μονοτροπίας.

Οdyss, 5.09.2010

 
Σημειώσεις:
*/Ησαϊας 37/λζ΄ 16. Ψαλμός 18/ιη΄ 10.
**/Φώτης Κόντογλου[1895-1965]: Μεγάλος έλληνας μικρασιάτης αγιογράφος και ζωγράφος και λογοτέχνης με σημαντικό έργο και ουσιώδη συμβολή στην ανανέωση της βυζαντινής τεχνοτροπίας στη διάρκεια του 20ου αιώνα. Το έργο του άσκησε πολυεπίπεδη επιρροή σε πολλούς έλληνες εικαστικούς και εξακολουθεί να αποτελεί αναφορά για όλες τις σύγχρονες ζωγραφικές πρακτικές και της νεότερης γενιάς που επιλέγει εικονογραφικές εμπνεύσεις από τη μεγάλη δεξαμενή αυτής της παράδοσης.
***/Juxtapoz: Κορυφαίο αμερικανικό περιοδικό της σύγχρονης εικαστικής σκηνής με επιλεκτικές προτιμήσεις στις τεχνικές των κόμικ, της τέχνης του δρόμου, τα γκράφιτι και τα εικονογραφικά περιεχόμενα των ρευμάτων της heavy metal καλλιτεχνικής σκηνής.
****/Giorgio De Chirico [1888-1978]: Aπλά ο μεγαλύτερος μεταφυσικός ζωγράφος και εικονογράφος που γεννήθηκε ποτέ (στο Βόλο το 1888!).Το έργο του αποτέλεσε καταστατική αναφορά του καλλιτεχνικού αναβρασμού του 20ου αιώνα και ιδιαίτερα του σουρεαλιστικού κινήματος. Σπουδαίο θεωρείται το έργο της πρώιμης «μεταφυσικής» περιόδου των αρχών του αιώνα, που μας έχει κληροδοτήσει μερικά από τα πιο σπουδαία αριστουργήματα της ευρωπαϊκής ζωγραφικής.
*****/ Νικόλαος Γαβριήλ Πεντζίκης[1908-1993]: Πολύπλευρη προσωπικότητα της Θεσσαλονίκης, ο φαρμακοποιός και ζωγράφος, λογοτέχνης, αγιογράφος και αγιορείτης δια βίου διανοούμενος, έγραψε μερικά αριστουργηματικά μυθιστορήματα και κατέστησε μοναδική τη σχέση της μεγάλης «θύραθεν» ορθόδοξης παράδοσης με το νεοελληνικό πολιτισμό.
******/ Jackson Pollock [1912-1956]: Ένας από τους μείζονες εκπροσώπους της μεταπολεμικής αφαίρεσης και του αφηρημένου εξπρεσιονισμού στη ζωγραφική με σημαντικό έργο που συναντάται στα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου. Οι πίνακές του που έχουν παραχθεί με την τεχνική του ripping (χύσιμο και πέταγμα χρώματος σε τεράστιους καμβάδες) τον έκανε διάσημο ενώ το τέλος του υπήρξε τραγικό καθώς καρφώθηκε οδηγώντας με ταχύτητα το αυτοκίνητό του πάνω σε δέντρο. Ο έλληνας σκηνοθέτης Απόστολος Δοξιάδης έκανε μια εκπληκτική ταινία αφιερωμένη στην περίπτωσή του, γυρισμένη με φιγούρες του θεάτρου σκιών. («Η τραγική ιστορία του Τζάκσον Πόλλοκ»,78΄,1999).