24.11.10

ΛΟΓΟΣ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΝΤΟΣ




H ατέρμων κατάδυση στο καταστατικό βάθος
της ελληνικής αρχιτεκτονικής και της ύπαρξης,
με στιβαρό ξεναγό (CTAΛKEΡ)
τον αρχιτέκτονα Δημήτρη Φιλιππίδη


Δεν είναι οι πλούσιες εικόνες και οι πολλές διαφορετικές λήψεις. Ούτε τα γοητευτικά μακρινά πλάνα από το λόφο του Φιλοπάππου προς την Ακρόπολη. Ούτε ο μπρουταλισμός του νέου δημαρχείου ενός πρωτογενούς μοντέρνου και αληθινού Μπίρη στη Θεσσαλονίκη. Δεν είναι καθόλου το μείγμα της μουσικής που δεν προσπαθεί να εντυπωθεί ως κάτι ειδικό για την περίσταση. Δεν είναι το μοντάζ και η σκηνοθεσία που κάποιες στιγμές μου φαίνεται πως έχει μπει στον αυτόματο πιλότο. Για την επιμέλεια στις λεπτομέρειες δεν θα ήθελα να κάνω τον παραμικρό σχολιασμό. Τα ζητούμενα δεν βρίσκονται εδώ.


Στη σειρά που για δεύτερη φορά είδα χτες Τρίτη στην ΕΤ1 (που ακόμη αντιστέκεται) και είναι αφιερωμένη στη σύγχρονη ελληνική αρχιτεκτονική αυτό που έχει ιδιαίτερη αξία είναι ο λόγος, ο πρωταρχικός, ο σπουδαίος, ο συγκροτημένος με τρόπο που δεν έχει καμιά αφετηρία στην επίδειξη , δεν χρησιμοποιεί το στόμφο, δεν είναι σπουδαιοφανής αλλά απλά συγκλονιστικός δεν αποτελεί επίδειξη ρητορικής ικανότητας και κυρίως δεν προσπαθεί να επιβληθεί ούτε όμως και να πείσει τους ανυποψίαστους ή να πιάσει αδιάβαστους τους αδαείς. Είναι εκείνος ο λόγος που προσπαθεί να κατανοήσει τις πολλές μικρές ψηφίδες της περιπέτειας του νεοελληνικού βίου και να ανασυνθέσει μέσα από τους μύθους και τα ιδεολογήματα, μέσα από μια διαρκή κριτική αποτίμηση που τη χαρακτηρίζει ένα οξύ ανοικτό βλέμμα, όλα εκείνα που διέτρεξαν και διαμόρφωσαν τη συνολική επιτομή της νεώτερης και της απώτερης αρχιτεκτονικής μας παράδοσης. Εδώ οι λέξεις καρφώνονται καθεμιά στη θέση που της αξίζει και η περιδιάβαση στις ατέρμονες ζώνες της αίσθησης των πραγμάτων από το πιο λαμπρό φως και το αυτονόητο μέχρι τις κρυμμένες όψεις και τη βαθιά ενδοσκόπηση στις παρυφές μιας ανομολόγητης αλλά καταφανούς σημειωτικής θεώρησης, αποτελούν το μοναδικό επιχείρημα ενός δυναμικού και γοητευτικού αφηγηματικού παιχνιδιού.


Θυμήθηκα το Στάλκερ και τη «ζώνη», στο ποιητικό μεταφυσικό παραλήρημα του Αντρέι Ταρκόφσκι (1976) και καθώς είχα αφεθεί να καταδυθώ στο χώρο της ανεξάντλητης ροής του λόγου του Δημήτρη Φιλιππίδη, συνέλαβα τον εαυτό μου να σχηματίζει ένα φανταστικό μαγικό παλίμψηστο από εικόνες που έρχονταν σταδιακά να επικαθήσουν πάνω στις πραγματικές εικόνες που έβλεπα, στοιχειοθετώντας ταυτόχρονα όλα τα επεισόδια μιας προγενέστερης διανοητικής και βιωματικής εμπειρίας από τις επισκέψεις και τα ποικίλα διαβάσματα, από τα βιβλία και τις ξεναγήσεις στο σχολειό του Πικιώνη στα Πευκάκια και του Καραντινού κάτω από τον Παρθενώνα, από την υποδοχή του Παύλου Ζάννα στο σπίτι του Φιλοπάππου σε ένα σμάρι νεαρών φοιτητών που του χτυπήσαμε την πόρτα, από τη συγκίνηση με το κινούμενο κόκκινο φως στο μουσείο του Κρόκου στη Θεσσαλονίκη που άφηνε τα ίχνη πάνω στα ιερά πρόσωπα των εικόνων, από την πρόσφατη ακόμη ξενάγηση και φωτογράφηση με το Δημήτρη Αντωνακάκη στο καφετί διαμπερές σπίτι στους πορτοκαλεώνες στο Αλικιανό και το χορό των κτιρίων του πολυτεχνείου στα Χανιά παρέα με τη Σόνια και τη Σουζάνα, από όλες τις συνάψεις και την ανασύσταση της έσχατης μνήμης που μπορεί να αφήνει να αναδύονται στην επιφάνεια όσα ευδιάκριτα μας σημάδεψαν και μας συγκινούν.


Η δύναμη του λόγου και η γοητεία που εκπέμπει ετούτη η σπουδαία τελικά σειρά, δεν έχει να κάνει με τα περιορισμένα έτσι κι αλλιώς λαμπερά περιτυλίγματα μιας αρχιτεκτονικής γοήτρου ή με τις νεοκλασικές λαμπρές τριλογίες που εξακολουθούν να σώζουν τα προσχήματα της παρακείμενης ευκλεούς κληρονομιάς της Ακρόπολης, έχει στο βάθος της να κάνει με όλες εκείνες τις ταπεινές στιγμές που η νεωτερικότητα φαίνεται να συναντά τις ισχυρές καταγωγικές της αφετηρίες στη λαϊκή και την ανώνυμη όψη του κόσμου μας, έχει αναφορές στο ακατάπαυστο ανθρώπινο μέτρο που αποτελούσε πάντα τον πιο αφανή αλλά ουσιώδη εμβάτη της αρχιτεκτονικής της ζωής, αποζητά κι ανακαλύπτει τις χαράξεις που συνδέουν με μυστικό τρόπο τις ταπεινές επικαλύψεις σε ένα μαντρί στο Καβούσι της Κρήτης με τις μακρινές προεκτάσεις του βλέμματος που ανυψώνεται πάνω από τα χαράκια και την ελικοειδή περιδίνηση του πέτρινου σπιτιού του Μιχάλη Δερμιτζάκη και περνώντας πάνω από τα ιερά σπαράγματα στην Ψείρα και τα νερά του κόλπου του Μεραμπέλου, συναντά τις κοσμικές τροχιές των νεφελωμάτων και των αστερισμών τις ζεστές νύχτες του θέρους ίσαμε τις εσχατιές του βλέμματος και το σκοτεινό βάθος της ύπαρξης…


Η σειρά της ΕΤ1 για την ελληνική αρχιτεκτονική αποτελεί μοναδική συμβολή στην τόσο άδηλη ακόμη ηθική επαναθεμελίωση του κοινού μας βίου και λειτουργεί αποκαλυπτικά δείχνοντας πως σε πολλές περιπτώσεις μεγαλύτερη σημασία έχει ο τρόπος που ένας άνθρωπος μπορεί να αποτελέσει αφανή οδηγό για να καταφέρουν τα ερεθίσματα, οι εμπειρίες, οι εικόνες που στοιχειώνουν τη μνήμη να αναδυθούν και να μετασχηματίσουν τους διανοητικούς κυματισμούς σε όραμα ενός κόσμου όπου η μεταφυσική νοηματική και η εμπράγματη και χειροπιαστή πλευρά των υλικών του εκφράσεων αποτελούν αδιαίρετα τις όψεις που από κοινού τον καθορίζουν…Ο λόγος του Δημήτρη Φιλιππίδη είναι στη σειρά αυτή η καταλυτική συνιστώσα που μεταμορφώνει με μαγικό τρόπο τα κοινά ρήματα της ανθρώπινης λαλιάς σε επίκληση μιας συμπαντικής αρμονικής συμφωνίας που ξεκινά από τα βάθη του ιλιγγιώδους τόπου της συνείδησης για να αφήσει το ακατάλυτο αποτύπωμά της –με την κριτική της ματιά – στα αφανή όρια ενός κόσμου που ξεκίνησε από την άβυσσο και εξακολουθεί να πορεύεται ίσαμε εκεί που το καθημερινό μας βλέμμα δεν μπορεί να ξεπεράσει…Τις εσχατιές του Είναι και του Χρόνου…


Odyss, 24.11.2010